Κέρδη και ηθική έρχεται να «διδάξει» στην Ελλάδα των µνηµονίων ο πρώην κατάδικος και νυν επιχειρηµατίας, τον οποίο έκανε ακόµη πιο διάσηµο ο Μάρτιν Σκορσέζε µε τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο σε έναν ρόλο συνώνυµο των µεγαλύτερων χρηµατιστηριακών σκανδάλων, της ασύστολης σπατάλης, των σεξουαλικών οργίων και των βουνών κοκαΐνης

"Tο όνοµά µου είναι Τζόρνταν Μπέλφορτ. Οταν έκλεισα τα 26, έβγαζα 49 εκατ. δολάρια και µε τσάντιζε πραγµατικά γιατί ήταν κάτι λιγότερο από 1 εκατ. δολάρια την εβδοµάδα». Πρόκειται για µια οµολογουµένως ξιπασµένη δήλωση, αλλά στη δεκαετία του ’90 τίποτα δεν φαινόταν αλαζονικό στα χρυσά αγόρια του Χρηµατιστηρίου της Wall Street που κυκλοφορούσαν µονίµως µε λευκές από την κόκα µύτες, αποµεινάρια µιας άγριας νύχτας στην υγειά των κορόιδων. 

Νύχτες κραιπάλης, δίπλα σε πόρνες πρόθυµες να γίνουν το σκαµνάκι-καθρέφτης, καθώς σκυµµένες στα τέσσερα περιµένουν τους ιδρωµένους γραβατάκηδες να στρώσουν στα γυµνά οπίσθιά τους φαρδιά κορδόνια κοκαΐνης. 

Είναι η εποχή του χρηµατιστηριακού πάρτυ που ξεκίνησε από τα µέσα της δεκαετίας του ’80 και συνεχίζει ακάθεκτο και στην επόµενη. Τα λεφτά είναι πολλά, οι ευκαιρίες έρχονται από παντού και όλοι θέλουν να γίνουν πλούσιοι γρήγορα και εύκολα - χρηµατιστές και επενδυτές. 

Νόµιµα ή µη δεν έχει και τόσο σηµασία, αρκεί «να τα πάρουµε». Αυτή ήταν η περίπτωση του Τζόρνταν Μπέλφορτ, του περίφηµου «Λύκου της Wall Street», που έκανε κλικ στον δαιµόνιο σκηνοθέτη Μάρτιν Σκορσέζε και έκανε τη ζωή του ταινία, µε τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο να δίνει µία από τις καλύτερες ερµηνείες της καριέρας του ως «απατεώνας ολκής». Ο Μπέλφορτ έζησε για 10 χρόνια ως µεγιστάνας. Επαύλεις εκατοµµυρίων, µυθικά πάρτυ, ασύστολες κραιπάλες, βουνά ναρκωτικών και µια κουστωδία από call girls και στρπτιζούδες να πραγµατοποιούν όποια φαντασίωση κατέβαινε στο προφανώς καµένο µυαλό των golden boys της εποχής. 

Ο «λύκος» και ο συνέταιρός του Ντάνι Πορούς, επίσης µεγάλη αλεπού (στην ταινία τον ενσάρκωσε ο Τζόνα Χιλ), είχαν τέλειες φαντασιώσεις αλλά και µεγάλο ταλέντο να τις κάνουν πραγµατικότητα - στα πάρτυ τόσο της ιδιωτικής τους ζωής όσο, κυρίως, στα χρηµατιστηριακά. Και αν στα πάρτυ της εταιρείας έριχναν για πλάκα βελάκια σε στόχους-νάνους ή έβαζαν µαϊµούδες πάνω σε πατίνια για να τους διασκεδάζουν στις βίλες τους, στις συναλλαγές µε τους πελάτες πουλούσαν φύκια για µεταξωτές κορδέλες. 

Η απάτη µάλιστα δεν αφορούσε µόνο πλούσιους επενδυτές, όπως ωραιοποιήθηκε για χάρη της µυθοπλασίας της ταινίας. Η εταιρεία του Μπέλφορτ έφτασε να απασχολεί 1.000 υπαλ- λήλους και διαχειριζόταν χαρτοφυλάκια άνω του 1 δισ. δολαρίων. 

Ο 55χρονος σήµερα πρώην χρηµατιστής και κατάδικος έρχεται στη χώρα µας για µία και µοναδική διάλεξη στις 13 Νοεµβρίου η οποία θα αφορά τις ευκαιρίες για κέρδη στην Ελλάδα της κρίσης. 

Η συµβουλευτική εταιρεία Economist Hellas διοργανώνει την οµιλία στο εκθεσιακό κέντρο Metropolitan Expo, η οποία εντάσσεται στην παγκόσµια περιοδεία του Τζόρνταν Μπέλφορτ µε οµιλίες που ξεκινούν στις 7 Οκτωβρίου από το Σάο Πάολο. Στη συνέχεια θα επισκεφθεί κατά σειρά την Μπογκοτά, το Σίδνεϊ, τη Μελβούρνη, την Αθήνα, το Κάιρο και το Οσλο, για να καταλήξει στις 9 ∆εκεµβρίου στην Ιαπωνία. 

Χίλια ευρώ για συµβουλές ηθικού κέρδους! 

Το εισιτήριο για µία θέση στη διάλεξη της Αθήνας ξεκινά από τα 80 ευρώ και φτάνει µέχρι τα 1.000 για τις VIP θέσεις του εκθεσιακού κέντρου, αλλά και για το prive δείπνο που θα πραγµατοποιηθεί µετά την οµιλία. Οπως µας πληροφορούν οι διοργανωτές, ο Μπέλφορτ θα προτείνει λύσεις και τρόπους επιτυχίας στην Ελλάδα των απανωτών µνηµονίων, ενώ θα παρουσιάσει και την τεχνική του Straight Line, που δίνει, όπως λένε, τη δυνατότητα στον κόσµο να δηµιουργεί τεράστιο πλούτο, αφθονία και επιχειρηµατική επιτυχία, χωρίς να θυ- σιάζει ακεραιότητα ή ηθική - κι αυτό από έναν πρώην κατάδικο και νυν επιχειρηµατία, το όνοµα του οποίου έχει συνδεθεί µε χρηµατιστηριακά σκάνδαλα, ασύστολες σπατάλες, σεξουαλικά όργια και αλόγιστη χρήση ναρκωτικών. 

Γιος λογιστών από το Μπρονξ

 Η ιστορία του Τζόρνταν Μπέλφορτ που γεννήθηκε το 1962 στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης από γονείς λογιστές είναι από µόνη της θέµα διαλέξεων. Αν και µεγάλωσε σε ένα περιβάλλον χωρίς ιδιαίτερες στερήσεις, τα λεφτά δεν αρκούσαν για τα µεγάλα όνειρα του µικρού Τζόρνταν που µπήκε πρώιµα στο κυνήγι του δολαρίου ή, µάλλον, του γεµάτου χρηµατοκιβωτίου. Μαζί µε τον παιδικό του φίλο Ελιοτ ξεκίνησαν να πουλούν λίγο πριν τα χρόνια του κολεγίου πάγο σε παραλίες κερδίζοντας τα πρώτα 20.000 δολάρια. 

Με τα χρήµατα αυτά γράφτηκε στην Οδοντιατρική Σχολή του Πανεπιστήµιου Μέριλαντ, την παλαιότερη των ΗΠΑ. Πτυχίο δεν πήρε ποτέ και αυτό εξαιτίας (ή χάρη) στον κοσµήτορα της σχολής που αποθάρρυνε τον Μπέλφορτ από τις πρώτες ηµέρες κιόλας λέγοντάς του: «Η χρυσή εποχή της Οδοντιατρικής έχει τελειώσει. Αν είστε εδώ απλώς επειδή ψάχνετε να κάνετε πολλά χρήµατα, είστε σε λάθος µέρος». 

Ο Τζόρνταν Μπέλφορτ άφησε την Οδοντιατρική και στα µέσα της δεκαετίας του 1980 ίδρυσε µια δική του εταιρεία µε την οποία πουλούσε κρέατα και θαλασσινά πόρτα πόρτα στο Λονγκ Αϊλαντ της Νέας Υόρκης. Η επιχείρηση απέτυχε και µέσω ενός φίλου του πήγε ως ασκούµενος χρηµατιστής στην εταιρεία Rothschild. 

Αφού κατάφερε να πάρει την απαιτούµενη άδεια, απολύθηκε λίγο αργότερα, τη «Μαύρη ∆ευτέρα» του 1987 για τη χρηµατιστηριακή αγορά. Στην πρώτη αυτοβιογραφία του µε τίτλο «Ο Λύκος της Wall Street», στην οποία βασίστηκε και το σενάριο της ταινίας του Μάρτιν Σκορσέζε, ο Μπέλφορτ αφηγείται πώς κατάφερε από το µηδέν να φθάσει στο άπειρο του κέρδους χάρη στην εξυπνάδα, στον κυνισµό και την απληστία του. 

Πολύ χρήµα, άπειρα ναρκωτικά, κυνικό σεξ, υπερπολυτελή αυτοκίνητα, επαύλεις, πανάκριβα ρολόγια και θαλαµηγοί µε ιστορία όπως εκείνη που ανήκε στην Κοκό Σανέλ και την οποία βούλιαξε για να εισπράξει την αποζηµίωση ήταν οι καθηµερινές ιστορίες µιας ζωής-φούσκας, απόρροια της µεγάλης χρηµατιστηριακής απάτης που ο ίδιος είχε στήσει και ήταν ζήτηµα χρόνου να σκάσει. 

Οταν πια ο Τζόρνταν είχε περάσει σε άλλη σφαίρα, χώρισε µε συνοπτικές διαδικασίες την πρώτη του γυναίκα για να παντρευτεί µια Βρετανίδα καλλονή, την Ναντίν Καρίντι, µε την οποία αργότερα απέκτησε δυο παιδιά (στην ταινία την ερµήνευσε η κουκλάρα Μάργκοτ Ρόµπι- για να καταλήξει γρήγορα κι εκείνη στα πρόθυρα της κατάθλιψης από τη ζωή στα κόκκινα. 

Ο Τζόρνταν Μπέλφορτ, όµως, ήθελε να έχει τα πάντα, ήθελε να κάνει τα πάντα και ήταν έτοιµος να θυσιάσει τα πάντα για να τα αποκτήσει. Η όποια προσωπική ηθική χάθηκε γρήγορα µέσα στα εκατοδόλαρα που ήθελε να κερδίζει µε µανία και µπροστά στη θέα τους όλα ωχριούσαν. 

Τελικά καταφέρνει µέσω της χρηµατιστηριακής εταιρείας Stratton Oakmont που δηµι- ούργησε τη δεκαετία του ’90 να κερδίζει πάνω από 50 εκατ. δολάρια τον χρόνο, κατόρθωµα που του δίνει και το παρατσούκλι «Λύκος της Wall Street». 

Προτού ξεκινήσουν τους ελέγχους και τις έρευνες, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και το FBI, βάζοντας στο µικροσκόπιο τον τρόπο που χειραγωγούσε τις µετοχές, ο Μπέλφορτ απασχολούσε πάνω από 1.000 χρηµατιστές και ήταν όλοι «really happy». Οπως αναφέρει στο πρώτο του βιβλίο, µόνο η τηλεφωνήτρια έβγαζε 100.000 δολάρια την ηµέρα παίζοντας µετοχές.

Η αµνησία της µαστούρας

 Οσοι βρεθούν στην οµιλία του στην Αθήνα ίσως ακούσουν από τα χείλη του την ιστορία για την άνοδο µιας µετοχής που διαπραγµατευόταν και από τα 19 δολάρια, τιµή εκκίνησης, εκτόξευσε την αξία της κατά 500% πάνω µέσα σε µια ηµέρα αποτελώντας παγκόσµιο ρεκόρ. 

Ο ίδιος στο βιβλίο του περιγράφει εκείνη την αξέχαστη από κάθε άποψη ηµέρα: «Στεκόµουν στην αίθουσα συνεδριάσεων µε την πλάτη ακουµπισµένη ανέµελα στην τζαµαρία και τα χέρια σταυρωµένα στο στήθος µου. Ηταν η στάση του ισχυρού πολεµιστή µετά τη συµπλοκή. 

Ο βρυχηθµός της αίθουσας δεν είχε κοπάσει ακόµη. Εχωσα το δεξί µου χέρι στην τσέπη του παντελονιού µου για να βεβαιωθώ ότι τα έξι Lude βρίσκονταν ακόµη εκεί. Τα Quaalude εξαφανίζονταν είτε επειδή κάποιος φίλος τα βούταγε, είτε ήµουν τόσο µαστουρωµένος ώστε δεν θυµόµουν πώς τα είχα καταπιεί. Αυτή ήταν η τέταρτη φάση και ίσως η πιο επικίνδυνη του ναρκωτικού-θεού µου. Η πρώτη ήταν ένα είδος τσουξίµατος, η δεύτερη το ψεύδισµα, ύστερα η σιελόρροια και στη συνέχεια η αµνησία». 

Στο βιβλίο αναφέρει κι άλλα πιο πιπεράτα, όπως για το έθιµο που είχαν µετά από κάποια µεγάλη επιτυχία και ήθελε κάποια από τις νεαρές βοηθούς του να κάθεται σε ένα σκαµπό φορώντας µπικίνι και να της ξυρίζουν το κεφάλι προκειµένου να κερδίσει 10.000 δολάρια. Στο βιβλίο του ο 55χρονος πρώην χρηµατιστής αποκαλύπτει κι άλλα: πώς για παράδειγµα απέκρυπτε χρήµατα, λαδώνοντας οµοσπονδιακούς υπαλλήλους. 

Φυσικά η υγεία του κλονίστηκε από την καθηµερινή χρήση ναρκωτικών. Εφτασε µάλιστα στο σηµείο να οδηγεί σµπαραλιάζοντας πανάκριβες λιµουζίνες και να βγαίνει ως εκ θαύµατος ζωντανός από ανώµαλες προσγειώσεις του ιδιωτικού ελικόπτερου. 

Η κλινική απεξάρτησης ήταν ο µόνος δρόµος. Μόνο που όταν πια κατάφερε να βγει καθαρός και αποφασισµένος να ξεκινήσει µια διαφορετική ζωή, συνελήφθη από το FBI κατηγορούµενος για οικονοµικά εγκλήµατα. 

Στη φυλακή έµεινε µόλις δύο χρόνια - φυσικά συνεργάστηκε µε τις Αρχές δίνοντας προφανώς ονόµατα ενώ πλήρωσε 110 εκατ. δολάρια σε επενδυτές που είχε εξαπατήσει. Σήµερα ο «Λύκος» είναι σύµβουλος επιχειρήσεων και πραγµατοποιεί και οµιλίες σε στυλ ιεροκήρυκα δίνοντας tips επιτυχίας και επαγγελµατικής ανέλιξης, ενώ έχει γράψει δυο αυτοβιογραφίες.

 Η οµιλία του στην Ελλάδα θα ξεκινήσει το απόγευµα της 13ης Νοεµβρίου στις 6 και για τις δυο πρώτες ώρες θα µιλά για την τεχνική του Straight Line, έναν συνδυασµό πλούτου και ηθικής! Το δεύτερο µέρος της οµιλίας θα ξεκινήσει λίγο πριν από τις 9 το βράδυ, θα ολοκληρωθεί ένα τέταρτο πριν από τις 11 και θα αφορά τις ευκαιρίες στην Ελλάδα της κρίσης.

 Μετά θα ακολουθήσει το prive δείπνο για όσους έχουν πληρώσει 1.000 ευρώ για ένα εισιτήριο. «Ολα είναι δυνατόν να συµβούν αρκεί να έχεις τον σωστό τρόπο», συνηθίζει να λέει µε δυνατή φωνή. Το κοινό του, συνήθως άνδρες µεταξύ 25 και 45, καλείται να επαναλάβει µετά από αυτόν φωνάζοντας δυνατά: «Ναι, είµαι άνθρωπος της δράσης». Θα έχει ενδιαφέρον να δούµε αν θα κάνει το ίδιο και το ελληνικό κοινό που τύπους σαν τον Μπέλφορτ τους έχει για πρωινό - φυσικά από τη µεριά των εξαπατηµένων επενδυτών και όχι µόνο του Χρηµατιστηρίου.

Βασίλης Γούλας (Πρώτο θέμα)