Ο διευθύνων σύμβουλος της Boeing παραδέχθηκε χθες για πρώτη φορά κατασκευαστικά λάθη στο αεροσκάφος 737 Max.

Στην πρώτη δημόσια παραδοχή κατασκευαστικού λάθους μετά την πτήση-θρίλερ της Alaska Airlines προχώρησε ο διευθύνων σύμβουλος της Boeing Ντέιβιντ Καλχούν, διαβεβαιώνοντας ότι η εταιρεία συνεργάζεται με τις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ για να διασφαλίσει ότι «δεν θα συμβεί ποτέ ξανά» αντίστοιχο ατύχημα. Ο ισχυρός άνδρας της εταιρείας επιχείρησε να διαβεβαιώσει τις αεροπορικές εταιρείες ότι τα αεροσκάφη της είναι ασφαλή και είπε πως θα βοηθήσει το Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας Μεταφορών (NTSB) να ανακαλύψει την αιτία του περιστατικού που κάνει τον γύρο του κόσμου, πλήττοντας την αξιοπιστία του κολοσσού.

Οι ρυθμιστικές αρχές έχουν καθηλώσει περίπου 170 αεροπλάνα Boeing 737 MAX 9, όταν ένα βύσμα πόρτας αποκολλήθηκε από αεροσκάφος στα 16.000 πόδια την περασμένη Παρασκευή (5/1). Οι Alaska Airlines και United Airlines δήλωσαν ότι εντόπισαν κι άλλα αεροπλάνα της ίδιας σειράς με χαλαρά εξαρτήματα, ενώ πραγματοποιούσαν ελέγχους στον καθηλωμένο στόλο.

Πρώην πρόεδρος της Boeing και στέλεχος της General Electric, ο Καλχούν ανέλαβε διευθύνων σύμβουλος στις αρχές του 2020, σε μια περίοδο που η εταιρεία αντιμετώπιζε αντίστοιχη κρίση. Το MAX 8 έμεινε καθηλωμένο για περίπου δύο χρόνια μετά από μια σειρά δυστυχημάτων που είχαν αποδοθεί στο ελαττωματικό σύστημα ελέγχου πτήσης και οδήγησαν στον θάνατο 346 ανθρώπων. Το 2020 έμεινε στην ιστορία της Boeing ως μια πολύ κακή χρονιά. Τα αεροσκάφη της έμειναν καθηλωμένα, η πανδημία αποδεκάτισε τις δραστηριότητές της, ενώ ανακοίνωσε σχέδια για απολύσεις 30.000 εργαζομένων, μετά από ζημία ύψους 12 δισ. δολαρίων. Την ίδια στιγμή ο Καλχούν ανταμείφθηκε με περίπου 21,1 εκατ. δολάρια ως αποζημίωση.

Το συμβάν της 5ης Ιανουαρίου στην πτήση της Alaska Airlines είναι το τελευταίο σε μια σειρά ποιοτικών προβλημάτων που έχουν εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια σε διάφορους τύπους εμπορικών και στρατιωτικών αεροσκαφών της Boeing, με τον αεροναυπηγικό κολοσσό να προσπαθεί να βελτιώσει έκτοτε τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει την ασφάλεια, τη μηχανική και την παραγωγή.

Η Boeing «έκλεισε» το 2023 στη δεύτερη θέση πίσω από την αντίπαλη Airbus στις παραδόσεις αεροσκαφών για πέμπτη συνεχή χρονιά, αφού είδε περίπου το 50% του μεριδίου της στην αγορά να διαβρώνεται από την προηγούμενη κρίση, ανέφεραν πηγές του κλάδου. Η ταραγμένη ιστορία του MAX οδήγησε σε σαρωτικές μεταρρυθμίσεις του κανονισμού για τα αεροπλάνα στις ΗΠΑ και το νέο περιστατικό θα μπορούσε επίσης να ωθήσει την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (FAA) να υιοθετήσει πιο σκληρή στάση στην πιστοποίηση νέων μοντέλων.

Οι αεροπορικές εταιρείες εν γένει θέλουν ολοένα και πιο πολύ να μεταφέρουν περισσότερους επιβάτες σε αεροσκάφη μονού διαδρόμου για να επωφεληθούν από τις αυξήσεις στην απόδοση και την εμβέλεια, ενώ εκμεταλλεύονται το χαμηλότερο κόστος τους. Μετά τις απογοητευτικές πωλήσεις του MAX 9, του μεγαλύτερου αεροσκάφους στενού αμαξώματος της Boeing, η εταιρεία στοιχημάτιζε στη νεότερη πρότασή της, το MAX 10 μεγαλύτερης χωρητικότητας, για να γεφυρώσει το χάσμα με την Airbus. Με χρέη ύψους 39 δισ. δολαρίων, ήταν απρόθυμη να επενδύσει σε ένα ολοκαίνουργιο αεροπλάνο μέχρι να ωριμάσει η τεχνολογία του κινητήρα την επόμενη δεκαετία. Οι καθυστερήσεις στην πιστοποίηση του MAX 10 ειδικότερα θα εντείνουν τις πιέσεις στην Boeing, λένε οι αναλυτές και μάλιστα υπό το άγρυπνο βλέμμα της Κίνας, μιας βασικής αγοράς που ήταν κατά βάση «κλειστή» για την εταιρεία τα τελευταία χρόνια, με φόντο τις ανησυχίες για την ασφάλεια αλλά και τις εμπορικές εντάσεις.

Καθημερινή