Mία κατηγορία προϊόντων με ειδικές προδιαγραφές, που σχετίζονται με τη διαδικασία μείωσης του πλαστικού και τη νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης, αντιπροσωπεύει ο κλάδος των αναψυκτικών. Χαρακτηριστική επ’ αυτού είναι και η τοποθέτηση του γενικού διευθυντή της Βολιώτικης ΕΨΑ Μιχάλη Τσαούτου στο FOODReporter, ο οποίος στέκεται μεταξύ άλλων στη διάταξη περί ύπαρξης μη αποσπώμενων πωμάτων στα μπουκάλια.

Όπως επισημαίνει σχετικά, «το αναψυκτικό βρίσκεται σε δυσχερέστερη κατάσταση σε σύγκριση με το εμφιαλωμένο νερό, δεδομένου ότι τα μη αποσπώμενα καπάκια για φιάλες αναψυκτικών δεν έχουν εφευρεθεί ακόμη. Επί του παρόντος βρίσκεται σε εξέλιξη η διαμόρφωση της πατέντας για τα μη αποσπώμενα καπάκια αναψυκτικών».

Έως και κατά 15% αυξημένη χρήση πλαστικού με τα νέα δεδομένα

Πέρα από το one off κόστος που απαιτείται για την κατασκευή νέου τύπου πωμάτων – preform, η χρήση πλαστικού σε μη αποσπώμενο πώμα, θα είναι σύμφωνα με τον Μιχάλη Τσαούτο, αυξημένη κατά περίπου 15%. «Τα νέα μέτρα θα φέρουν αυξημένη χρήση πλαστικού ανά φιάλη, εάν υποθέσουμε ότι απαιτείται η χρήση επιπλέον δακτυλίου, συν τον πλαστικό σύνδεσμο που θα συγκρατεί το καπάκι στο μπουκάλι, λαμβάνοντας επίσης υπόψη το γεγονός ότι το ύψος του μπουκαλιού θα πρέπει να αυξηθεί, κάτι που σημαίνει ότι συνολικά μπορεί να απαιτούνται κατά 2 έως και 3 γραμμάρια περισσότερα σε πλαστικό ανά φιάλη. Εκτίμησή μου επομένως είναι ότι κινούμαστε προς τη λάθος κατεύθυνση».

Καθοριστικός ο ρόλος του καταναλωτή

Προσθέτει ότι το κλειδί στη διαδικασία μείωσης αλλά και ανακύκλωσης πλαστικού, θα αποτελέσει η συμπεριφορά του καταναλωτή. «Είναι χαρακτηριστικό πως παρά το γεγονός ότι εμείς ως επιχείρηση στηρίζουμε το γυάλινο μπουκάλι, το οποίο είναι ιδιαίτερα ακριβό για εμάς και σε κάθε περίπτωση πιο οικολογικό κατά την επιστροφή του, ο καταναλωτής για λόγους ευκολίας επιλέγει το πλαστικό».

Ο επιχειρηματίας στέκεται και στη διάταξη περί χρήσης του RPET στη σύνθεση της συσκευασίας. Η διάταξη της κυβέρνησης θα θυμίσουμε ότι αναφέρεται σε χρήση RPET στις συσκευασίες κατά 25% έως το 2025 και κατά 35% έως το 2030, ενώ η ευρωπαϊκή οδηγία αναφέρεται σε ποσοστό 30%. Κατά τον κύριο Τσαούτο το συγκεκριμένο γεγονός συνεπάγεται ότι η ελληνική νομοθεσία δεν ακολουθεί την ευρωπαϊκή οδηγία, γεγονός που μπορεί να καταστήσει την ελληνική αγορά μη ανταγωνιστική. «Οι εταιρείες του κλάδου είχαν σχολιάσει το γεγονός κατά τη δημόσια διαβούλευση, χωρίς να λάβουν σχετική απάντηση», συμπληρώνει ο γενικός διευθυντής της ΕΨΑ.

Η κρίσιμη εφαρμογή του συστήματος εγγυοδοσίας

Αναφορικά με το σύστημα εγγυοδοσίας, ο κύριος Τσαούτος επισημαίνει ότι απαιτούνται 1 έως 2 επιπλέον χρόνια για την εφαρμογή του, σε σχέση με τον αρχικά προβλεπόμενο χρονικό ορίζοντα περί εφαρμογής του την 1η Ιανουαρίου του 2023. «Δεδομένων των παραπάνω το πλήγμα θα το υποστεί η βιομηχανία, η οποία θα μετακυλήσει με τη σειρά της το αυξημένο κόστος στον καταναλωτή. Εκείνος παρόλ’ αυτά θα αγοράσει το μπουκάλι και θα το πετάξει στη θάλασσα, ακόμα και εάν το έχει πληρώσει 20 λεπτά παραπάνω.

Ταυτόχρονα, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι εκεί που έχουμε μεγάλες καταναλώσεις – π.χ. τουριστικοί προορισμοί - δεν διατίθενται μηχανισμοί συλλογής για ανακύκλωση», καταλήγει ο κύριος Τσαούτος. «Αυτή τη στιγμή αναμένουμε τα αποτελέσματα του project της Coca Cola η οποία έχει αναθέσει το έργο σε εταιρεία του εξωτερικού, με σκοπό να προτείνει μοντέλο εγγυοδοσίας DRS που θα εναρμονίζεται με την ελληνική αγορά.

Η εν λόγω αγορά έχει λάβει στοιχεία από την αγορά που αφορούν σε βάρη μπουκαλιών, κόστος μπουκαλιών, αποθηκευτικούς χώρους και επιδιώκει να καταθέσει μία πρόταση για μοντέλο DRS που θα ενεργοποιηθεί αποτελεσματικά στην Ελλάδα».

Γιώργος Λαμπίρης