Η συζήτηση ανάμεσα σε πελάτη που βρισκόταν σε κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας και στον διευθυντή του καταστήματος ήταν για το open banking ή την «ανοικτή τραπεζική», όπως λέγεται στα ελληνικά. «Διαβάζουμε ολοένα και περισσότερο για αυτόν τον όρο, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω σχεδόν τίποτα, η περιγραφή είναι με τόσο τεχνικούς όρους που αμφιβάλλω ακόμη και εάν και ο μέσος τραπεζικός υπάλληλος μπορεί να καταλάβει. Τι σημαίνει με απλά λόγια; Πώς θα επηρεάσει τις τράπεζες, και το σπουδαιότερο πώς θα επηρεάσει τον απλό πολίτη, τον καθημερινό συναλλασσόμενο με το τραπεζικό σύστημα;».

Η «ανοικτή τραπεζική» αφορά τη δυνατότητα που θα έχει από τον Σεπτέμβριο του 2019 ο κάτοχος ενός λογαριασμού πληρωμών να δίνει (α) εντολές πληρωμής σε άλλες τράπεζες ή άλλες εταιρείες που δεν είναι τράπεζες ή/και (β) να συλλέγει στοιχεία κίνησης και υπολοίπου διαφόρων λογαριασμών πληρωμών του. Με απλά λόγια, όταν θέλω να κάνω μια αγορά από ένα ηλεκτρονικό κατάστημα θα μπορώ να δώσω την εντολή πληρωμής αυτού που αγοράζω σε κάποιον άλλο και όχι στην τράπεζα στην οποία έχω τον λογαριασμό. Επίσης, εάν έχω τέσσερις λογαριασμούς σε διαφορετικές τράπεζες στην Ελλάδα ή και σε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μπορώ να συλλέγω στοιχεία κινήσεων και υπολοίπου αυτών των λογαριασμών από μια τρίτη εταιρεία ή από μια άλλη τράπεζα, ή από μία από τις τράπεζές μου και να μπορώ να δω συγκεντρωτικά στοιχεία και για τους τέσσερις λογαριασμούς μου. Πόσα ξοδεύω, πού τα ξοδεύω, πόσα αποταμιεύω κ.λπ. 

Μπορεί να μοιάζει αρχικά ως απειλή για τις ίδιες τις τράπεζες, αλλά ταυτόχρονα είναι και μια μεγάλη ευκαιρία γι’ αυτές. Ο λόγος είναι πως αυτές τις δύο υπηρεσίες μπορούν να τις προσφέρουν και οι τράπεζες τόσο στους πελάτες τους, όσο και στους μη πελάτες τους. Υπάρχουν τράπεζες διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα που έχουν ως στρατηγική να αξιοποιήσουν την ευκαιρία που παρουσιάζεται για νέες πηγές εσόδων μέσα από τη συνεργασία τους με τρίτους «παίκτες» αλλά και για παροχή ευρύτερης και βελτιωμένης γκάμας υπηρεσιών προς τους πελάτες τους, στο πλαίσιο μάλιστα του ψηφιακού τους μετασχηματισμού που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Συνεπώς οι τράπεζες, είτε μόνες τους είτε σε συνεργασία με εταιρείες τεχνολογίας, θα πρέπει να προσφέρουν εύχρηστες και ασφαλείς λύσεις στους πελάτες τους ή και σε τρίτους, μη πελάτες τους και να δημιουργήσουν νέα προϊόντα και καινοτόμους εφαρμογές, σε πρώτη φάση στον τομέα πληρωμών. Για παράδειγμα, μεταξύ άλλων θα δημιουργηθούν εφαρμογές που με τη χρήση των δεδομένων μας, πάντα μετά τη συγκατάθεσή μας, θα μπορούμε να έχουμε τραπεζικές υπηρεσίες, όπως πλήρη έλεγχο λογαριασμών σε διαφορετικές τράπεζες με τη χρήση και της τεχνητής νοημοσύνης, εξατομικευμένες προτάσεις για οικονομικές και ποιοτικές αγορές με βάση αποκλειστικά το δικό μας προφίλ, έρευνα για αγορά κατοικίας και εξασφάλιση στεγαστικού δανείου προσαρμοσμένο στις ανάγκες του κάθε πελάτη.

Οι τρίτες εταιρείες που δεν είναι τράπεζες, δεν θα προσφέρουν στο κοινό λογαριασμούς πληρωμών. Θα αδειοδοτούνται από την αρμόδια αρχή μιας χώρας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (στην Ελλάδα από την Τράπεζα της Ελλάδος) και θα μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες σε κάποιες ή και όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Για να παρέχουν κάποια από τις δύο νέες υπηρεσίες πληρωμών θα πρέπει να έχουν τη ρητή συναίνεση του κατόχου ενός λογαριασμού πληρωμών. Στο μέλλον αυτές οι εταιρείες θα μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν στη συλλογή στοιχείων κίνησης και υπολοίπου διαφόρων δανειακών ή επενδυτικών λογαριασμών, καθώς και σε εντολές εκτέλεσης επενδυτικών υπηρεσιών.

Βάϊος Τσίρος Καθημερινή