Η κλιμάκωση της κρίσης στην Ουκρανία εκτιμάται ότι θα διατηρήσει τις τιμές της ενέργειας σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση να εξασφαλίσει πρόσθετους πόρους για τη στήριξη των καταναλωτών. Τα αρμόδια υπουργεία εκτιμούν ότι θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν επιπλέον 3 δισ. ευρώ από τις δημοπρασίες ρύπων διοξειδίου του άνθρακα και από το πλεόνασμα του λογαριασμού ΑΠΕ.

Ωστόσο, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα απαιτηθεί να συνδράμει και ο κρατικός προϋπολογισμός, γεγονός που προβληματίζει έντονα το οικονομικό επιτελείο, δεδομένου ότι θα πρέπει να επιτευχθεί οπωσδήποτε ο στόχος για το έλλειμμα. Γι' αυτό, ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης θα θέσει το θέμα στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε., ζητώντας να υπάρξει κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στις μεγάλες αυξήσεις των τιμών.

Ο εφιάλτης των υψηλών τιμών ενέργειας στοιχειώνει για τα καλά την Ευρώπη μετά και την κλιμάκωση της κρίσης στην Ουκρανία και την ένταση στις σχέσεις με τη Ρωσία. Το ζήτημα αναδεικνύεται σε μείζον για τα κράτη-μέλη και τις κυβερνήσεις που έχουν ξοδέψει μέχρι σήμερα περισσότερα από 23 δισ. ευρώ για την ελάφρυνση των λογαριασμών ενέργειας 71 εκατ. οικιακών πελατών και αρκετών εκατ. μικρομεσαίων και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Πριν ακόμη η κρίση στην Ουκρανία κλιμακωθεί πυροδοτώντας νέα έκρηξη στις τιμές φυσικού αερίου, πετρελαίου και ηλεκτρικής ενέργειας, η Ε.Ε. εκτίμησε ότι οι τιμές ενέργειας θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα μέχρι το 2023 και βασικός μοχλός του πληθωρισμού το 2022, συνεχίζοντας να επιβαρύνουν την ανάπτυξη. Η ΕΚΤ εκτιμά ότι τα σοκ στις τιμές της ενέργειας μειώνουν την αύξηση του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη κατά περίπου 0,5 ποσοστιαίες μονάδες το 2022. Ανησυχητικός είναι και ο μέχρι τώρα αντίκτυπος στις ενεργοβόρες επιχειρήσεις από το υψηλό κόστος ενέργειας αλλά και στις εταιρείες προμήθειας ρεύματος.

Πάνω από το ήμισυ των χυτηρίων αλουμινίου και ψευδαργύρου της Ε.Ε., σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής, λειτουργούν με μειωμένη δυναμικότητα ή έχουν προσωρινά κλείσει, ενώ τουλάχιστον 23 εταιρείες προμήθειας σε ολόκληρη την Ε.Ε. δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους λόγω της εκτίναξης των τιμών. Οι δυσοίωνες αυτές εκτιμήσεις που χτύπησαν καμπανάκι στις αρμόδιες ευρωπαϊκές και εθνικές αρχές καθίστανται ακόμη πιο δυσμενείς μετά τις εξελίξεις στην Ουκρανία καθώς απαιτούν νέα μέτρα στήριξης για μακρύ χρονικό διάστημα που είναι αδύνατο να διαχειριστεί το κάθε κράτος-μέλος από μόνο του χωρίς μια κεντρική συντονισμένη παρέμβαση.

Την ανάγκη αυτή ανέδειξε χθες και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από τη Ρουμανία, αναγνωρίζοντας την ανάγκη έκτακτων μέτρων στήριξης των Ευρωπαίων καταναλωτών και επιχειρήσεων. «Χρειάζεται μια ευρωπαϊκή απάντηση σε ένα πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν όλα τα κράτη-μέλη. Η κάθε χώρα έχει τον δικό της τρόπο να το αντιμετωπίσει αλλά για όλες τις χώρες είναι ένα πρόβλημα το οποίο είναι δημοσιονομικά εξαιρετικά επώδυνο και έχω την πρόθεση να θέσω το ζήτημα αυτό στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο», είπε ο πρωθυπουργός. Υποστήριξε δε ότι «η μετάβαση προς την πράσινη οικονομία δεν πρέπει να επιβραδυνθεί, αλλά πρέπει να επιταχυνθεί με έναν τέτοιο τρόπο, όμως, που δεν θα πλήξει τα ασθενέστερα νοικοκυριά και τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις».

Οι δηλώσεις του πρωθυπουργού έγιναν μία ημέρα μετά τη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε υπό την προεδρία του στο Μαξίμου και τη συμμετοχή του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα, του επικεφαλής της ΔΕΗ Γιώργου Στάσση, της ΔΕΠΑ Κωνσταντίνου Ξιφαρά και του προέδρου της ΡΑΕ Αθανασίου Δαγούμα, με βασικό αντικείμενο την πορεία των τιμών ώστε να υπάρξει μια πρώτη καταγραφή των αναγκών για τα μέτρα στήριξης που θα απαιτηθούν τους επόμενους μήνες και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Από τα στοιχεία που παρουσίασε στη σύσκεψη ο υπουργός Κώστας Σκρέκας για την πορεία του ΕΛΑΠΕ και τα εκτιμώμενα έσοδα από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, διαπιστώθηκε ότι η κυβέρνηση θα έχει στη διάθεσή της τουλάχιστον 3 δισ. για την ελάφρυνση των λογαριασμών ρεύματος και φυσικού αερίου το τρέχον έτος. Το 1,5 δισ. διασφαλίζεται από τις δημοπρασίες ρύπων και ένα αντίστοιχο ποσό από το πλεόνασμα του ΕΛΑΠΕ που εκτιμάται ότι στο τέλος του έτους θα είναι πλεονασματικός κατά 2 δισ. ευρώ.

Από τις δύο αυτές πηγές η κυβέρνηση έχει χρηματοδοτήσει μέχρι και τον Ιανουάριο μέτρα συνολικού κόστους 1,7 δισ. ευρώ, ενώ τα ίδια ταμεία θα χρηματοδοτήσουν και τα μέτρα ύψους 350 εκατ. ευρώ που ανακοινώθηκαν για τον Φεβρουάριο. Αν και τα έσοδα από τις δύο αυτές πηγές αυξάνονται όσο ανεβαίνουν οι τιμές των CO2 και του ρεύματος στη χονδρεμπορική αγορά, δεν επαρκούν για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, γι’ αυτό και η συνδρομή του κρατικού προϋπολογισμού θεωρείται δεδομένη.

Τα δημοσιονομικά περιθώρια ωστόσο είναι εξαιρετικά στενά γι’ αυτό και αναζητούνται πρόσθετα μέτρα. Στο τραπέζι φαίνεται να έχει πέσει και η περαιτέρω συμβολή της ΔΕΗ, η οποία έχει συνεισφέρει μέχρι σήμερα περί τα 600 εκατ. ευρώ αλλά και της ΔΕΠΑ η οποία προσφέρει έκπτωση 20 ευρώ/mwh στους πελάτες της.

Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή