Τα αγροτικά προϊόντα δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν από τον ολοένα εντεινόμενο ευρωπαϊκό και διεθνή ανταγωνισμό. Ακόμη, η αλματώδης τεχνολογική πρόοδος θέτει νέες προκλήσεις για την «παραδοσιακή» αγροτική παραγωγή.

Ο ελληνικός αγροτικός τομέας οφείλει να αποκτήσει ένα συνολικό και μακροπρόθεσμο σχέδιο αγροτικής πολιτικής, το οποίο θα προστατεύσει και θα αυξήσει το εισόδημα του αγροτικού πληθυσμού, θα αναδείξει την ταυτότητα των τοπικών προϊόντων, θα οδηγήσει σε εκσυγχρονισμό και μείωση κόστους της παραγωγής – εν ολίγοις θα τοποθετήσει την ελληνική παραγωγή με αξιώσεις στο διεθνές εμπόριο. 

Ιδίως, ο νομός Λαρίσης θα πρέπει να πρωτοστατήσει στη διεκδίκηση και διαμόρφωση μιας τέτοιας πολιτικής, καθώς ο αγροκτηνοτροφικός τομέας αποτελεί κεντρικό πυλώνα της τοπικής οικονομίας. Τα αριθμητικά μεγέθη το επιβεβαιώνουν: σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2013 (Έρευνα διάρθρωσης Γεωργικών και Κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων), οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις στο Νομό μας ανέρχονται σε 24.642 (μεικτές, αμιγώς γεωργικές και κτηνοτροφικές) και εκτείνονται σε 1.998 χιλιάδες στρέμματα, ενώ, σύμφωνα με στοιχεία του ίδιου έτους για το Νομό μας, 160.230 ζωικές μονάδες κατανέμονται σε ένα σύνολο 8.060 εκμεταλλεύσεων.

Την ίδια περίοδο, στο ως άνω σύνολο γεωργικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, απασχολήθηκαν συνολικά 114.722 άνθρωποι, εκ των οποίων 43.434 είναι κάτοχοι εκμετάλλευσης και μέλη της οικογένειάς τους που εργάστηκαν στην εκμετάλλευση, 1.420 μόνιμοι εργάτες και 24.256 εποχικοί. 

Κρίσιμα στοιχεία για την ανάδειξη των ελληνικών αγροτικών προϊόντων στον διεθνή ανταγωνισμό αποτελούν η «καθαρότητα» και ασφάλεια των τροφίμων (υψηλά επίπεδα υγιεινής και πιστοποίησης, λελογισμένη χρήση φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων κλπ.), αλλά και ο εκσυγχρονισμός/καινοτομία σε όλους τους κρίκους της εφοδιαστικής αλυσίδας των αγροτικών προϊόντων. Στο πλαίσιο αυτό καλούνται να λειτουργήσουν οι σύγχρονες εφοδιαστικές αλυσίδες αγροκτηνοτροφικών προϊόντων εξασφαλίζοντας:

•    Λειτουργική αποδοτικότητα δηλαδή μέγιστη απόδοση στην παραγωγή και διάθεση μέσω της βέλτιστης αξιοποίησης όλων των χρησιμοποιούμενων πόρων, καθώς και της δραστικής μείωσης των απωλειών σε όλο το μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού.

•    Ασφάλεια τόσο για τα προϊόντα όσο και για τη λειτουργία της αλυσίδας εφοδιασμού εξασφαλίζοντας την πλήρη ιχνηλασιμότητα από το χωράφι ή τη στάνη στο ράφι.

•    Και Κοινωνική Υπευθυνότητα, δηλαδή την ελαχιστοποίηση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης που προκύπτει σε όλα τα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού περιλαμβάνοντας και τις αντίστροφες ροές – reverse logistics.

Ως εκ τούτου τα logistics της εφοδιαστικής αλυσίδας των αγροτικών προϊόντων («Agrologistics) είναι ένας ταχύτατα αναπτυσσόμενος τομέας διεθνώς, ενώ αναδεικνύεται σε σημαντικό παράγοντα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της αγροτικής παραγωγής, δεδομένων ιδίως, του κόστους παραγωγής και της περιορισμένης ζωής των αγροτικών προϊόντων. 

Ειδικότερα, όταν αναφερόμαστε σε AgroLogistics, εννοούμε την αλυσίδα εφοδιασμού αγροδιατροφικών προϊόντων, η οποία περιλαμβάνει τις διαδικασίες και τους οργανισμούς που σχετίζονται με τη ροή και την επεξεργασία προϊόντων και σχετικών πληροφοριών από το αρχικό στάδιο των πρώτων υλών μέχρι και τον τελικό χρήστη. Αφορά, λοιπόν, τους φορείς και τις διαδικασίες της παραγωγής (γεωργοί, κτηνοτρόφοι), της μεταποίησης (βιομηχανία/βιοτεχνία) και της διανομής (παρόχους υπηρεσιών και εμπόρους) έως και τον τελικό καταναλωτή. 

Η εν λόγω αλυσίδα περιλαμβάνει, γενικά, τα ακόλουθα βήματα:

1) Παραγωγή και συλλογή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων,

2) Αποθήκευση προϊόντων,

3) επεξεργασία, συσκευασία/τυποποίηση προϊόντων,

4) Πώληση, προώθηση/marketing, διανομή και μεταφορά προϊόντων,

5) Χρήση και κατανάλωση από τον τελικό καταναλωτή,

6) διαχείριση της αντίστροφής ροής – reverse logistics και

7) εξασφάλιση της πλήρους ιχνηλασιμότητας.

Η αλυσίδα αυτή είναι σημαντικό να αναδιοργανωθεί σε τοπικό, αλλά και εθνικό επίπεδο, όχι μόνο με επιμέρους καινοτομικές παρεμβάσεις σε κάθε κρίκο της αλυσίδας με σκοπό την ασφάλεια των τροφίμων (τυποποίηση και ιχνηλασιμότητα) και την προώθηση μοναδικών τοπικών προϊόντων, αλλά και με τη σύμπραξη όλων των φορέων της τοπικής, αγροτικής και μη, οικονομίας με σκοπό τη επίτευξη οικονομιών κλίμακας και φάσματος για τη μείωση κόστους, αλλά και τη ισχυροποίηση της διαπραγματευτικής θέσης κατά την υποβολή προτάσεων και τη διαμόρφωση πολιτικών που είτε επηρεάζουν είτε προωθούν την τοπική οικονομία του Νομού μας, ιδίως σε αγροκτηνοτροφικό επίπεδο.

Πώς μπορούν να αναπτυχθούν αυτές οι συνέργειες των φορέων της τοπικής οικονομίας και τι μορφή θα μπορούσαν να έχουν; Μετά τη μάλλον αναποτελεσματική λειτουργία σχημάτων με έντονο το στοιχείο της κρατικής παρέμβασης, όπως ιδίως οι συνεταιρισμοί, ήρθε η ώρα να δοκιμάσουμε εναλλακτικές μορφές «οχημάτων» συνεργασίας, στη βάση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, τα οποία εφαρμόζονται ήδη ανά την Ευρώπη, αλλά και σε ανταγωνιστικούς τομείς της χώρας μας, όπως η Ναυτιλία.

Οι όροι που χρησιμοποιούνται ποικίλλουν, όπως «cluster» ή «agrologistics center», αποδίδουν όμως εν πολλοίς την ίδια βασική ιδέα, δηλαδή: τη σύμπραξη όλων των φορέας της τοπικής οικονομίας (παραγωγοί, συνεταιρισμοί, χονδρέμποροι/λιανοπωλητές, βιοτέχνες/μεταποιητές, εταιρίες συσκευασίας και αποθήκευσης, μεταφορείς, οικονομικό επιμελητήριο, ΑΕΙ, ΤΕΙ και άλλες σχολές, ακόμα και βιοτεχνίες, σύνδεσμοι επιχειρήσεων και βιομηχανιών, συνεταιριστικές τράπεζες, εξειδικευμένοι σύμβουλοι, κλπ.) υπό την αιγίδα και τον συντονισμό κάποιου φορέα κοινής αποδοχής που λειτουργεί, όμως, με κριτήρια ιδιωτικής οικονομίας, με στόχο την προώθηση κοινών εμπορικών συμφερόντων και τον επιμερισμό του κόστους παραγωγής, απόκτησης και συντήρησης υποδομών κλπ.

Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα που απαντάται ήδη σε ευρωπαϊκές χώρες (αλλά ήδη και στο λιμάνι του Πειραιά!) είναι η χωροθέτηση κατάλληλου και ενιαίου χώρου, σε άμεση επαφή με κόμβους μεταφορών, όπου συγκεντρώνονται τα αγροτικά προϊόντα, ελέγχονται και επιλέγονται βάσει αυστηρών κριτηρίων για την «καθαρότητά» τους, συσκευάζονται, αποθηκεύονται και πωλούνται για κατανάλωση ή επεξεργασία. Ακόμη, ειδικευμένο προσωπικό αναλαμβάνει τη διαπραγμάτευση για τις προμήθειες αναγκαίων υλών όπως λιπάσματα, φυτοφάρμακα κλπ. για όλους τους παραγωγούς, εξασφαλίζοντας ευνοϊκότερες τιμές λόγω της μεγάλης ποσότητας.

Ομοίως, το ειδικευμένο αυτό προσωπικό, εργάζεται προς την κατεύθυνση της διασύνδεσης με νέες αγορές, κανάλια διανομής κλπ., στα οποία θα διοχετεύεται η τοπική παραγωγή, διαπραγματευόμενοι προς όφελος όλων (αντί του καθενός χωριστά). Άλλες δράσεις μπορούν να αφορούν την επένδυση σε κοινές υποδομές, μηχανήματα και εργαλεία παραγωγής, ανάλογα με τους κλάδους και τους φορείς παραγωγής που θα επιλέξουν να συμπράξουν. Αλλά και την ίδρυση και λειτουργία τεχνικών και αγροτικών σχολών για νέους που επιθυμούν να ασχοληθούν με τον πρωτογενή τομέα και την τοπική παραγωγή περιλαμβάνοντας και όλες τις κρίσιμες διαδικασίες της αλυσίδας εφοδιασμού.

Σε ένα πιο φιλόδοξο πλάνο, η σύμπραξη αυτή όλων των ανωτέρω φορέων, θα μπορούσε να οδηγήσει στην εκπόνηση ενός επιχειρησιακού σχεδίου για την ανάδειξη της Λάρισας (ή ευρύτερα της Θεσσαλίας) ως διαμετακομιστικού κέντρου για αγροτικά και μη προϊόντα, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι όλα σχεδόν τα μέσα μεταφοράς και οι αναγκαίες υποδομές λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και οι νέοι λειτουργοί τους (όπως πχ στο λιμάνι Πειραιά, Αυτοκινητόδρομοι, Σιδηρόδρομος, Αεροδρόμια) έχουν υλοποιήσει και σχεδιάζουν ακόμα μεγαλύτερες επενδύσεις διευκολύνοντας τις συνδυασμένες μεταφορές.

Η Λάρισα μπορεί και πρέπει να είναι μέρος αυτού του σχεδιασμού και για να τα καταφέρει απαιτείται ισχυρός και σοβαρός διαπραγματευτής και τεκμηριωμένο σχέδιο. Κι αυτό θα επιτευχθεί με τη σύμπραξη όλων των παραγωγικών δυνάμεων της περιοχής μας, μακριά από παθογένειες που προκαλεί η κρατική παρέμβαση και ιδίως η κρατική χρηματοδότηση (που στερεί κάθε κίνητρο για εξέλιξη και βελτίωση και οδηγεί μοιραία σε τέλμα) και με την ανάθεση της διαχείρισης του εγχειρήματος σε ανθρώπινο δυναμικό εξειδικευμένο στην οργάνωση και διοίκηση. 

Φυσικά, οι προτάσεις δεν τελειώνουν εδώ. Αιτήματα όπως η λειτουργία αγροτικών επιμελητηρίων, η χάραξη ζωνών καλλιέργειας ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής, η χορήγηση αγροτικών πιστώσεων κλπ., βρίσκουν ολοένα και περισσότερους εκφραστές. Το ζητούμενο είναι πλέον η αποτελεσματική διεκδίκηση και ταχεία εφαρμογή τους. Ο διεθνής ανταγωνισμός εντείνεται σε ρυθμούς που απαγορεύουν κάθε επανάπαυση. Υγιείς συμπράξεις της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, καινοτομία σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας και ικανό ανθρώπινο δυναμικό με τεχνικές γνώσεις αλλά και οραματική διάθεση είναι τα εργαλεία μας για μια μακροπρόθεσμη αγροτική πολιτική, για ένα νέο αγροτικό πρότυπο. Για τη Λάρισα. Για ολόκληρη την Κεντρική Ελλάδα. Για το σύνολο της χώρας μας.

*Η Αθηνά Π. Σιαφαρίκα είναι δικηγόρος (Υπ. ΔΝ, LLM. Oxford) -Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο insider.gr