Με το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας να λήγει σε λιγότερο από έναν χρόνο, όλα είναι στον αέρα για το εάν η χώρα θα χρειαστεί νέα στήριξη, σημειώνει το Bloomberg σε δημοσίευμά του, εξετάζοντας κατά πόσο είναι εφικτή μια "καθαρή έξοδος" από το πρόγραμμα.

Όπως αναφέρει, αξιωματούχοι που εμπλέκονται με το ελληνικό πρόγραμμα - το οποίο λήγει τον Αύγουστο του 2018 - αναφέρουν ότι δεν έχουν αντοχές για ακόμη ένα δεσμευτικό πρόγραμμα στήριξης. Εξαντλημένοι από τις επταετείς αδιάλειπτες αγωνιώδεις διαπραγματεύσεις, τόσο η Αθήνα, όσο και οι Ευρωπαίοι πιστωτές είναι πρόθυμοι να γυρίζουν σελίδα, σχολιάζει το Bloomberg, συμπληρώνοντας ότι η Ελλάδα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να πορευτεί μόνη της, την ώρα που οι πιστωτές της Ευρωζώνης πρέπει να είναι σίγουροι ότι μπορούν να ανακτήσουν τα χρήματά τους. 

"Δεν υπάρχει πολιτική βούληση για άλλο πρόγραμμα, ούτε στην Αθήνα, ούτε μεταξύ των πιστωτών, αλλά το Eurogroup θέλει να κρατήσει την Ελλάδα δέσμια, προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα δάνεια που έχει λάβει θα αποπληρωθούν και ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις, επομένως το ερώτημα είναι ποια είναι η καλύτερη δυνατή διευθέτηση για να επιτευχθεί ο στόχος", παρατηρεί ο Mujtaba Rahman της Eurasia Group.

Η Ελλάδα βασίζεται στον ρυθμό εφαρμογής των μεταρρυθμίσεών της και στη δύναμη της οικονομικής ανάκαμψης στα επόμενα δύο τρίμηνα για να δείξει στους πιστωτές ότι μπορεί να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της. Η νέα αξιολόγηση θα ξεκινήσει στις 23 Οκτωβρίου, οπότε και είναι προγραμματισμένο να επιστρέψουν οι επικεφαλής των θεσμών στην Αθήνα. 

Οι χαμηλές χρηματοδοτικές υποχρεώσεις στα επόμενα χρόνια και τα νέα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα μπορούσαν ενδεχομένως να διευκολύνουν μια "καθαρή έξοδο" από το πρόγραμμα. Το προφίλ του χρέους και η σχεδιαζόμενη δημιουργία αποθεματικού - "μαξιλαριού ασφαλείας" θα μπορούσαν να πείσουν τους επενδυτές ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται νέα πιστωτική γραμμή ή δάνεια στο πλαίσιο νέου προγράμματος, μετά το 2018, όπως αναφέρουν αξιωματούχοι που συμμετέχουν στις συνομιλίες. 

Ωστόσο, δεν είναι όλοι πεπεισμένοι. Για να οικοδομηθεί αυτό το "μαξιλάρι ασφαλείας" που θα κρατήσει τη χώρα στη ζωή για τουλάχιστον έναν χρόνο, μετά από το τέλος του προγράμματος, αποδεικνύοντας παράλληλα ότι επανακτά την εμπιστοσύνη των αγορών, η Ελλάδα θα κληθεί να προχωρήσει και σε περισσότερες εκδόσεις ομολόγων στους επόμενους 10 μήνες και να ενισχύσει τις διαδικασίες ιδιωτικοποιήσεων. Η εμπειρία δείχνει ότι δεν θα είναι εύκολο, σχολιάζει το Bloomberg, κάνοντας μνεία στις ιδιωτικοποιήσεις που εκκρεμούν, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Ελληνικού.

Η Ελλάδα χρειάζεται "μεταρρυθμίσεις που θα προσελκύσουν επενδύσεις, ειδικότερα από το εξωτερικό", επισημαίνει ο κ. Αθανάσιος Βαμβακίδης, αναλυτής της Bank of America Merrill Lynch, αναφερόμενος στον αργό ρυθμό εφαρμογής τους. 

Αμφιβολίες για τη δυνατότητα πλήρους ανάκτησης της πρόσβασης στις αγορές

Η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα γύρω από τις επενδύσεις, εν όψει και της νέας αξιολόγησης, έχει επιβαρύνει το κλίμα στις αγορές. Το κόστος δανεισμού δεν έχει υποχωρήσει από την έξοδο της χώρας στις αγορές, στις 25 Ιουλίου, ενισχύοντας τις αμφιβολίες για το εάν μπορεί να ανακτήσει πλήρως την πρόσβαση στις αγορές, μετά τη λήξη του προγράμματος. 

Έλληνες αξιωματούχοι δήλωσαν ότι σχεδιάζονται δύο η τρεις εκδόσεις ομολόγων μέσα στους επόμενους μήνες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν την Αθήνα να αντλήσει 4 δισ. με 6 δισ. ευρώ. 

Το αισιόδοξο σενάριο μιας "καθαρής εξόδου" προϋποθέτει την ταχεία ολοκλήρωση δεκάδων μεταρρυθμίσεων που συνδέονται με την επόμενη δόση για την Ελλάδα. 

Ανησυχίες εν όψει της νέας αξιολόγησης

Όσον αφορά στην επικείμενη αξιολόγηση, παρά τις προσδοκίες της Ελλάδας και των πιστωτών να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους, οι επενδυτές είναι επιφυλακτικοί, δεδομένων και των καθυστερήσεων που χαρακτήρισαν όλες τις προηγούμενες αξιολογήσεις.

"Πρέπει να ξέρουμε σήμερα ότι οι παρατεταμένες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των αξιολογήσεων του προγράμματος πλήττουν την ελληνική οικονομία", σημειώνει ο κ. Βαμβακίδης, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι "η επόμενη αξιολόγηση του προγράμματος θα είναι επίσης δύσκολη, δεδομένης της σημασίας που δίδεται στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Η Ελλάδα πρέπει να διαφοροποιηθεί από το παρελθόν και να ολοκληρώσει την αξιολόγηση εγκαίρως". 

Εντούτοις, δεν είναι εύκολο να πεισθούν όσοι διατηρούν τις επιφυλάξεις τους, ότι η ιδέα της "καθαρής εξόδου" είναι καλή ιδέα. Ένας αξιωματούχος, σύμφωνα με το Bloomberg, δήλωσε ότι η έξοδος από το πρόγραμμα θα σήμαινε ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν θα ήταν επιλέξιμες για πρόσβαση στις φυσιολογικές συνθήκες αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ.  

Στο σημείο αυτό σημειώνεται ότι η ΕΚΤ έχει δηλώσει ότι εξετάζει το ενδεχόμενο να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, εάν τεθούν σε ισχύ τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, αλλά οι κανονισμοί της δεν θα της επιτρέψουν να αγοράσει ελληνικά ομόλογα που θεωρούνται "junk", εάν η χώρα εξέλθει του προγράμματος το 2018, ακόμη και εάν το QE εφαρμόζεται ακόμη. 

Η πραγματική ανησυχία για κάποιους επενδυτές είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στην Ελλάδα και στην ικανότητά της να επιδείξει δημοσιονομική πειθαρχία, από τη στιγμή που θα αποχωρήσουν οι πιστωτές. 

"Οι πιστωτές θέλουν τα λεφτά τους πίσω και ανησυχούν ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να επιστρέψει στις παλιές κακές συνήθειές της χωρίς την επιτροπεία", λέει ο κ. Βαμβακίδης. 

"Δέσμια" η Ελλάδα

Παράλληλα, όπως παρατηρεί το δημοσίευμα, ακόμη και σε περίπτωση "καθαρής εξόδου", η Ελλάδα θα είναι περιορισμένη ως προς το τι μπορεί να κάνει, δεδομένων των δεσμεύσεων που έχει ήδη λάβει, όσον αφορά στις μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές επιδόσεις της. 

Επίσης, οποιαδήποτε μέτρα ελάφρυνσης χρέους τυχόν εφαρμοστούν στα τέλη του προγράμματος θα μπορούσαν συνδέονται με την υλοποίηση των προσυμφωνημένων μεταρρυθμίσεων. Ένας αξιωματούχος εκφράζει τον φόβο ότι ένα ακόμη πρόγραμμα θα συνεχίσει να κρατά δέσμιες τις μελλοντικές κυβερνήσεις. 

"Σε έναν χρόνο από τώρα, εκτιμώ ότι η Ελλάδα και οι πιστωτές θα έχουν καταλήξει σε μια νέα συμφωνία που θα είναι παρόμοια με ένα επίσημο πρόγραμμα, αλλά δεν θα ονομάζεται έτσι και θα περιλαμβάνει συνθήκες σταδιακής ελάφρυνσης του χρέους υπό τη μορφή παράτασης λήξεων και σε αντάλλαγμα θα εξαρτάται επίσης από την ανάπτυξη της οικονομίας", σημειώνει ο κ. Βαμβακίδης.