Τέλος στην πληρωμή της μισθοδοσίας με μετρητά βάζει και επισήμως η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Με εγκύκλιο του διοικητή της Αρχής Γ. Πιτσιλή, όσοι εργοδότες συνεχίσουν να πληρώνουν «στο χέρι» δεν θα μπορούν να δικαιολογήσουν τη σχετική δαπάνη στην εφορία. 

Αυτό σημαίνει ότι το ποσό της μισθοδοσίας που θα δίδεται μετρητά, κατά παράβαση της νομοθεσίας, δεν θα εγγράφεται ως εκπιπτόμενη δαπάνη, όταν η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Στους παρόχους περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα πιστωτικά ιδρύματα, τα γραφεία ταχυδρομικών επιταγών και τα ιδρύματα πληρωμών, ανεξάρτητα αν έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή (Ε.Ε., τρίτες χώρες). 

Σύμφωνα με τις οδηγίες της ΑΑΔΕ, εκτός της μεταφοράς χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών και της χρήσης χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών, ως κατάλληλα μέσα πληρωμής της μισθοδοσίας, νοούνται ενδεικτικά και τα ακόλουθα: 

• Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του μισθωτού, έστω και αν υπάρχουν περισσότεροι συνδικαιούχοι, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα). 

• Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής - ταχυπληρωμής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων. • Η χρήση τραπεζικής επιταγής. • Η έκδοση επιταγής σε διαταγή του μισθωτού. 

Εξαίρεση αποτελεί μόνο η περίπτωση κατά την οποία μέρος του μισθού παρακρατείται από τον εργοδότη με σκοπό την εξόφληση υποχρεώσεων του εργαζομένου (π.χ. δάνειο που του έχει χορηγήσει ο εργοδότης) ή την εκτέλεση κατάσχεσης απαίτησης εις χείρας τρίτου (π.χ. οφειλές του εργαζομένου προς το Δημόσιο), οπότε η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο σύνολό της όταν το εναπομείναν ποσό έχει εξοφληθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Οι ανωτέρω απαγορεύσεις έπρεπε, σύμφωνα με τη νομοθεσία, να εφαρμοσθούν για δαπάνες μισθοδοσίας του μηνός Ιανουαρίου 2017 και μετά. Ομως, λόγω της πρώτης εφαρμογής του μέτρου, τυχόν προκαταβολές για τη μισθοδοσία του Ιανουαρίου που έχουν καταβληθεί πριν από τη δημοσίευση του νόμου, δηλαδή πριν από τις 22 Δεκεμβρίου, θα αναγνωρίζονται προς έκπτωση ανεξαρτήτως του τρόπου εξόφλησής τους.