Τη μελέτη αναδιάρθρωσης της χαλυβουργίας, ενός από τους πλέον υπερχρεωμένους κλάδους, με συνολικές οφειλές άνω του 1,2 δισ. ευρώ, παρέδωσε η Alvarez & Marshal στις πιστώτριες τράπεζες. 

Σύμφωνα με πληροφορίες της Καθημερινής, μεταξύ άλλων προτείνονται η οριστική διακοπή λειτουργίας τουλάχιστον μιας παραγωγικής μονάδας, ενέργειες για την περαιτέρω μείωση των λειτουργικών δαπανών για τις υπόλοιπες μονάδες, συγχωνεύσεις, είσοδος στρατηγικών επενδυτών, που θα εισφέρουν κεφάλαια και τεχνογνωσία, αλλά και σημαντική απομείωση των υποχρεώσεων. 

«Κλειδί» για να καταστεί βιώσιμη η χαλυβουργία είναι το ενεργειακό κόστος. Ο ελληνικός χάλυβας, ενώ σε ποιότητα είναι εφάμιλλος ή και καλύτερος του ευρωπαϊκού, δεν είναι ανταγωνιστικός εξαιτίας του υπέρογκου λειτουργικού κόστους, που οφείλεται στις αυξημένες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου που πληρώνουν οι Ελληνες χαλυβουργοί σε σχέση με τους Eυρωπαίους ομολόγους τους. Αποτέλεσμα είναι την τελευταία τριετία να έχει κλείσει το εργοστάσιο της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο. 

Στελέχη των τραπεζών ήδη έχουν συναντηθεί με εκπροσώπους των εταιρειών προκειμένου να γίνει μια πρώτη ανταλλαγή απόψεων και να συζητηθούν οι διαθέσιμες επιλογές. Η αναδιάρθρωση ενός ολόκληρου επιχειρηματικού κλάδου, και μάλιστα βαριάς βιομηχανίας, αποτελεί ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα για το τραπεζικό σύστημα αλλά και ευρύτερα για την εγχώρια οικονομία. Αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για την αναδιάρθρωση της χαλυβουργίας, ενός από τους πλέον υπερχρεωμένους κλάδους, με συνολικές οφειλές άνω του 1,2 δισ. ευρώ.

Η Alvarez & Marshal παρέδωσε την περασμένη Πέμπτη στις πιστώτριες τράπεζες τη μελέτη για την αναδιάρθρωση του κλάδου, και σύμφωνα με πληροφορίες μεταξύ άλλων προτείνεται η οριστική διακοπή λειτουργίας τουλάχιστον μιας παραγωγικής μονάδας, ενέργειες για την περαιτέρω μείωση των λειτουργικών δαπανών για τις υπόλοιπες μονάδες, συγχωνεύσεις, την είσοδο στρατηγικών επενδυτών που θα εισφέρουν κεφάλαια και τεχνογνωσία, αλλά και τη σημαντική απομείωση των υποχρεώσεων προκειμένου το νέο σχήμα να καταστεί βιώσιμο. 

Σημειώνεται ότι κεντρικό σημείο στη μελέτη είναι το νέο λειτουργικό μοντέλο να καταστεί ανταγωνιστικό σε διεθνή κλίμακα, κάτι που δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με δραστική παρέμβαση της κυβέρνησης για τη μείωση του ενεργειακού κόστους. Αν δεν γίνει αυτό, σημειώνουν τραπεζικά στελέχη, τότε ο κλάδος είναι καταδικασμένος να παράγει ζημίες, ζημιές που είναι αδύνατο πλέον να χρηματοδοτούν οι τράπεζες. 

Με τη μελέτη στα χέρια, στελέχη των τραπεζών ήδη έχουν συναντηθεί με εκπροσώπους των εταιρειών προκειμένου να γίνει μια πρώτη ανταλλαγή απόψεων και να συζητηθούν οι διαθέσιμες επιλογές. 

Επιτελικά στελέχη τραπεζών αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για δύσκολο εγχείρημα καθώς θα πρέπει να ξεπεραστούν πολλές δυσκολίες, με μεγαλύτερη το ζήτημα του ενεργειακού κόστους, αλλά και τα επιμέρους επιχειρηματικά, εταιρικά και ατομικά συμφέροντα. 

Ο ελληνικός χάλυβας, ενώ σε ποιότητα είναι εφάμιλλος ή και καλύτερος του ευρωπαϊκού, δεν είναι ανταγωνιστικός εξαιτίας του υπέρογκου λειτουργικού κόστους που οφείλεται στις αυξημένες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου που πληρώνουν οι Ελληνες χαλυβουργοί σε σχέση με τους Eυρωπαίους ομολόγους τους. Αποτέλεσμα είναι την τελευταία τριετία να έχει κλείσει το εργοστάσιο της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο. Ουσιαστικά σε σύνολο 5 εργοστασίων στην Ελλάδα, λειτουργούν τέσσερις μονάδες (μία της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Βόλο, η Χαλυβουργική στην Ελευσίνα που διατηρεί τους εργαζομένους και οι δύο μονάδες της Σιδενόρ σε Θεσσαλονίκη και Αλμυρό Βόλου όπου επίσης διατηρούνται οι θέσεις εργασίας). Οι εταιρείες τη δεκαετία του 2000 ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και της οικοδομικής έξαρσης είχαν προχωρήσει σε μεγάλες επενδύσεις για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στη ζήτηση.

Πλέον τα κόστη χρηματοδότησης είναι δυσβάστακτα και πολλές φορές μη εξυπηρετήσιμα. Οι εταιρείες έχουν προχωρήσει σε κάποιες ρυθμίσεις και πληρώνουν μόνο τόκους. Το πολύ υψηλό κόστος ενέργειας (ηλεκτρικής και φυσικού αερίου) είναι το μείζον πρόβλημα των ελληνικών χαλυβουργιών έναντι των ανταγωνιστριών τους στη διεθνή αγορά, δεδομένου ότι, κατά τα άλλα, οι ελληνικές επιχειρήσεις διαθέτουν εγκαταστάσεις παραγωγής τής πλέον προηγμένης τεχνολογίας, έχουν τεχνογνωσία και οργάνωση πολύ υψηλού επιπέδου και τα προϊόντα που παράγουν μπορούν να συγκριθούν με τα ποιοτικότερα αντίστοιχα στην παγκόσμια αγορά. Την ίδια στιγμή η κατάσταση στο μέτωπο των εξαγωγών παραμένει λίγο-πολύ ίδια, με την Ελλάδα να έχει χάσει σημαντικά μερίδια σε αγορές-κλειδιά, όπως η Αλγερία, από ανταγωνίστριες χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία αλλά και η Πορτογαλία. 

Η αναδιάρθρωση ενός ολόκληρου επιχειρηματικού κλάδου, και μάλιστα βαριάς βιομηχανίας, αποτελεί ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα για το τραπεζικό σύστημα αλλά και ευρύτερα για την εγχώρια οικονομία, καθώς και για τη δημιουργία νέων ανταγωνιστικών εξαγωγικών ομίλων. 

Καθημερινή (Ανέστης Ντόκας – Γιάννης Παπαδογιάννης)