H ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε χθες ρυθμό ανάπτυξης 7% κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2021, εκπλήσσοντας ευχάριστα την κυβέρνηση και τους αναλυτές και βελτιώνοντας τις προοπτικές για την αύξηση του ΑΕΠ στο σύνολο του έτους, κατά μέσο όρο.

Βεβαίως, έως έναν βαθμό το 7% είναι αποτέλεσμα της χαμηλής βάσης με την οποία γίνεται η σύγκριση, καθώς το πρώτο τρίμηνο του 2021 η οικονομία βρισκόταν ακόμα σε ύφεση, με το ΑΕΠ να έχει μειωθεί κατά -1,7%. Παρ’ όλα αυτά, γεγονός παραμένει ότι η ελληνική οικονομία υπεραπέδωσε σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές (5,1% η Ευρωζώνη και 5,7% η Ε.Ε., σύμφωνα με τις προσωρινές εκτιμήσεις της Eurostat).

Βασικός οδηγός της υψηλής αυτής ανάπτυξης ήταν η κατανάλωση των νοικοκυριών, που αυξήθηκε κατά 11,6%, ένα ποσοστό που προκαλεί εντύπωση σε μια περίοδο υψηλού πληθωρισμού, αν και η σύγκριση γίνεται και εδώ με ένα τρίμηνο μειωμένης κατανάλωσης, όπως ήταν το α΄ τρίμηνο του 2021, κατά 4,9%. Αναλυτές εκτιμούν ότι οι αυξημένες αποταμιεύσεις και τα μέτρα στήριξης που συνεχίστηκαν έως έναν βαθμό, έπαιξαν ρόλο στο αποτέλεσμα αυτό. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε το Ινστιτούτο Bruegel, η Ελλάδα είχε την υψηλότερη χρηματοδότηση στην Ευρώπη ως ποσοστό του ΑΕΠ της για την προστασία νοικοκυριών και επιχειρήσεων από την ενεργειακή κρίση την περίοδο Σεπτεμβρίου 2021 - Μαΐου 2022. Ακόμη και η κατανάλωση της γενικής κυβέρνησης ήταν αυξημένη κατά 1,8%, παρότι η σύγκριση γίνεται με μια χρονιά COVID και πολλών μέτρων. Αναλυτές εκτιμούν ότι οι αυξημένες αποταμιεύσεις και τα μέτρα στήριξης που συνεχίστηκαν στο πεδίο της ενέργειας, έπαιξαν ρόλο στο αποτέλεσμα αυτό.

Σημαντικά αυξημένες, όμως, ήταν και οι επενδύσεις. Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου αυξήθηκε κατά 12,7% και μάλιστα σε σύγκριση με ένα τρίμηνο, το α΄ του 2021, που είχε και πάλι αύξηση επενδύσεων 14,4%.

Οι εξαγωγές πήγαν επίσης καλά, αυξήθηκαν κατά 9,6%, με βασικό συντελεστή τις εξαγωγές υπηρεσιών, δηλαδή, τον τουρισμό, αλλά οι εισαγωγές εκτινάχθηκαν με ρυθμό 17,5%, κάτι που αντανακλάται στην αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών. Γενικά, η διεύρυνση του εξωτερικού ελλείμματος της χώρας γίνεται για άλλη μια φορά η σκοτεινή πλευρά της ανάπτυξης.

«Ο ρυθμός ανάπτυξης του πρώτου τριμήνου κινήθηκε πάνω από τις προσδοκίες και δημιουργεί μια θετική βάση για το υπόλοιπο του έτους, έστω κι αν εν μέρει οφείλεται σε αποτέλεσμα βάσης», σχολιάζει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Eurobank, Τάσος Αναστασάτος, προσθέτοντας ότι «ένα στοιχείο που παρακολουθούμε είναι η ταχύτερη αύξηση των εισαγωγών έναντι των εξαγωγών, η οποία συνεχίζεται». Σημειώνεται ότι η Eurobank προέβλεψε την προηγούμενη εβδομάδα ρυθμό ανάπτυξης 3% στο βασικό της σενάριο.

Η κυβέρνηση προέβλεπε ρυθμό ανάπτυξης 3,1% για το σύνολο του έτους, στο Πρόγραμμα Σταθερότητας στο τέλος Απριλίου, αλλά χθες ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, σχολιάζοντας την ανακοίνωση της Eurostat, άφησε να εννοηθεί ότι ίσως αναθεωρήσει την εκτίμηση προς τα πάνω. «Οι επιδόσεις αυτές σηματοδοτούν μια δυναμική εκκίνηση για την πορεία του ΑΕΠ στο σύνολο του έτους, θέτοντας τις βάσεις για επίτευξη ανάπτυξης υψηλότερης των εκτιμήσεων», δήλωσε.

Στην ίδια κατεύθυνση η Εθνική Τράπεζα, που προέβλεπε ρυθμό ανάπτυξης 3% τον περασμένο Μάρτιο, σε μια πρώτη αποτίμηση του πολέμου στην Ουκρανία, βλέπει τώρα αυξημένες πιθανότητες να ξεπεράσει το 3,5%. Η διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της τράπεζας (επικεφαλής οικονομολόγος Νίκος Μαγγίνας) σημείωνε χθες ότι η κατανάλωση «παρέμεινε ανεπηρέαστη από το πληθωριστικό σοκ και την ουκρανική κρίση, ενώ ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου αυξήθηκε με έναν ισχυρό ρυθμό 12,7%». Η αύξηση αυτή της εγχώριας ζήτησης υπερκάλυψε την υστέρηση από τις καθαρές εξαγωγές, ανέφεραν οι αναλυτές της Εθνικής. Το αποτέλεσμα αυτό, σύμφωνα με τους ίδιους, δίνει ώθηση για ένα ευνοϊκότερο αποτέλεσμα το β΄ τρίμηνο.

Ειρήνη Χρυσολωρά Καθημερινή