Δεν θα επιστρέψουμε σύντομα σε περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού. Αυτό το μήνυμα έδωσαν ο πρόεδρος της Federal Reserve Τζερόμ Πάουελ και η Ευρωπαία ομόλογός του Κριστίν Λαγκάρντ από την ετήσια σύνοδο της ΕΚΤ στη Σίντρα της Πορτογαλίας.

Οι τραπεζίτες αναγκάζονται να σκίσουν το εγχειρίδιο που χρησιμοποίησαν τα τελευταία 20 χρόνια, καθώς όλα δείχνουν πως αυξάνεται ο κίνδυνος να εγκλωβιστεί ο κόσμος σε ένα περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού. Αυτό το μήνυμα έδωσαν ο πρόεδρος της Federal Reserve Τζερόμ Πάουελ και η Ευρωπαία ομόλογός του Κριστίν Λαγκάρντ, την Τετάρτη αφού συζήτησαν με τι τρόπο μπορούν να αντιμετωπίσουν τις επίμονες πληθωριστικές πιέσεις και την επιβράδυνση της ανάπτυξης στην ετήσια σύνοδο της ΕΚΤ στη Σίντρα της Πορτογαλίας. «Δεν νομίζω ότι πρόκειται να επιστρέψουμε σε περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού» παραδέχθηκε η Κριστίν Λαγκάρντ και τόνισε πως «συνεπεία της πανδημίας απελευθερώθηκαν κάποιες δυνάμεις και δεδομένου του γεωπολιτικού αυτού σοκ που αντιμετωπίζουμε θα αλλάξουν το τοπίο μέσα στο οποίο λειτουργούμε».

Σε συνδυασμό με όσα δήλωσε ο Πάουελ αλλά και ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Αντριου Μπέιλι, υποδηλώνουν επικείμενη ανατροπή στη νομισματική πολιτική. Επί χρόνια ο εχθρός που αντιμετώπιζαν οι κεντρικές τράπεζες ήταν ο χαμηλός πληθωρισμός που τους ανάγκαζε να υιοθετούν σχεδόν μηδενικά ή και αρνητικά επιτόκια και να αγοράζουν μεγάλο όγκο ομολόγων για να στηρίξουν τις οικονομίες τους σε περιόδους ύφεσης και αδύναμης ανάκαμψης. Τώρα ο κοινός εχθρός είναι οι πληθωριστικές πιέσεις που βρίσκονται στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 40 ετών, καθώς το έμφραγμα που προκάλεσε η πανδημία στην εφοδιαστική αλυσίδα και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχουν διαψεύσει τις ελπίδες πως θα ήταν προσωρινή η επιτάχυνση του πληθωρισμού και αναγκάζουν τις κεντρικές τράπεζες να πατήσουν φρένο: η αμερικανική Fed αύξησε τα επιτόκια κατά 75 μ.β. μέσα στον Ιούνιο, καταγράφοντας την πιο επιθετική αύξηση από το 1994 και διεμήνυσε ότι θα το επαναλάβει τον Ιούλιο. Ο κίνδυνος περαιτέρω επιτάχυνσης του πληθωρισμού εξωθεί τη Fed στις πιο επιθετικές κινήσεις από τη δεκαετία του 1990 και προβλέπεται να αυξήσει τα επιτόκια συνολικά κατά ακόμη 175 μ.β. φέτος, φτάνοντάς τα ανάμεσα στο 3,75% και το 4% το 2023.

Ο επικεφαλής της Fed επισήμανε, άλλωστε, ότι είναι σε εξέλιξη «ένας νέος διαχωρισμός του κόσμου σε στρατόπεδα ανταγωνιστικά σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο και παρατηρούμε την αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης», που μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερη ανάπτυξη και μείωση της παραγωγικότητας. Επί δεκαετίες οι προηγμένες οικονομίες ευεργετήθηκαν από τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης. Στην ορολογία των κεντρικών τραπεζών, οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό παρέμεναν χαμηλές και οι κεντρικές τράπεζες άφησαν τις αγορές εργασίας να αναπτυχθούν σε σημείο υπερθέρμανσης.

Η πρόσβαση σε εργατικά χέρια από μακρινές χώρες περιόρισαν τη διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων, περιορίζοντας περαιτέρω τον πληθωρισμό. Αυτό έγινε, ωστόσο, με κοινωνικό κόστος, καθώς οι μισθοί καθηλώθηκαν. Το 2020 η Fed αναθεώρησε την προσέγγισή της στο πρόβλημα του υπερβολικά χαμηλού πληθωρισμού. Υιοθέτησε μια στρατηγική που τη δέσμευσε να μην αντιδρά προληπτικά στις προβλέψεις για επιτάχυνση του πληθωρισμού. Οπως παραδέχθηκε ο ίδιος ο Τζερόμ Πάουελ, στο σημερινό περιβάλλον είναι αμφίβολο αν είναι ακόμη σκόπιμο να τηρείται αυτή η στρατηγική. Παραδέχθηκε σιωπηρά πως τα στελέχη της ομοσπονδιακής τράπεζας μπορεί με τις επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων να οδηγήσουν την οικονομία σε ύφεση, αλλά τόνισε πως αυτή τη στιγμή κάτι τέτοιο θα ήταν το λιγότερο κακό.

Καθημερινή