Οι βελτιούμενες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με την επιστροφή του αγοραστικού ενδιαφέροντος Ελλήνων και ξένων επενδυτών, αλλά και η έλλειψη βάθους της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς, προϊδεάζουν για επικές χρηματιστηριακές μάχες. Οι περιπτώσεις της MIG και της Τράπεζας Αττικής, που τους τελευταίους λίγους μήνες είδαν τη χρηματιστηριακή τους αξία να υπερτετραπλασιάζεται, σε επίπεδα που σε καμία περίπτωση δεν συνάδουν με τα θεμελιώδη μεγέθη τους, αποτελούν χαρακτηριστικά τέτοια παραδείγματα αλλά και προπομπούς ίσως ανάλογων εξελίξεων και σε άλλες εταιρείες που θα περιέλθουν στο επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος. Οι απόπειρες επιθετικών εξαγορών, όπως συχνά συμβαίνει στο εξωτερικό, αναμένεται επίσης να πληθύνουν.

Αυτό εξηγούν κύκλοι της χρηματιστηριακής αγοράς αλλά και του επιχειρηματικού κόσμου, επισημαίνοντας ότι από τέτοια φαινόμενα είναι πιθανόν ακόμη και να «χαλάσουν δουλειές». Και αναφέρουν ως παραδείγματα του τελευταίου διαστήματος τον κίνδυνο αποθάρρυνσης στρατηγικών επενδυτών ενόψει της αύξησης κεφαλαίου της Τράπεζας Αττικής ή ενδεχόμενου εκτροχιασμού του σχεδίου εξυγίανσης της Ανώνυμης Ναυτιλιακής Εταιρείας Κρήτης. Στην περίπτωση της Τράπεζας Αττικής, το γεγονός ότι μέσα σε δύο μήνες η τιμή της μετοχής υπερπενταπλασιάστηκε από 0,06 ευρώ στις αρχές Δεκεμβρίου σε 0,32 ευρώ πριν από μία βδομάδα, ενώ η τράπεζα έχει αρνητική καθαρή θέση, αναφέρεται ως πιθανό αντικίνητρο για επενδυτές που θέλουν να συμμετάσχουν στην αύξηση κεφαλαίου της. Και αυτό διότι πολλοί διερωτώνται «αν τώρα που οι μετοχές στην ελεύθερη διασπορά είναι μόλις 1,9% υπάρχουν τέτοια φαινόμενα, τι θα συμβεί στο μέλλον κατά την πορεία προς την εξυγίανση;».

Στην περίπτωση της MIG, για τον έλεγχο της οποίας διαγκωνίζονται Τράπεζα Πειραιώς και συμφέροντα του ομίλου Μ. Ηλιόπουλου, το διακύβευμα είναι η ομαλή πορεία προς την απορρόφηση της ΑΝΕΚ από την Attica Group και η δημιουργία ενός από τους μεγαλύτερους ακτοπλοϊκούς ομίλους διεθνώς. Σε αυτή την περίπτωση, η μετοχή από 0,04 ευρώ εκτοξεύτηκε σε 0,23 ευρώ. «Αυτός ο διαγκωνισμός συμφερόντων όμως, όταν γίνεται με καθαρούς κανόνες και διαφάνεια, αποτελεί δομικό στοιχείο της ελεύθερης αγοράς», υπενθυμίζουν οι επαΐοντες.

Σε αυτή τη συγκυρία, λοιπόν, εγείρονται ερωτήματα για το κατά πόσον μετοχές με πολύ χαμηλή διασπορά (free float), και επομένως εύκολες να χειραγωγηθούν, πρέπει να παραμένουν εισηγμένες, όπως και για το πότε πρέπει να παρεμβαίνουν οι επόπτες, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και Χρηματιστήριο Αθηνών, ομοίως. Και αυτό διότι οι συμπεριφορές αυτές αναμένεται να πληθύνουν. Είτε πρόκειται για εταιρείες που απαιτούν εξυγίανση, είτε για εταιρείες όπου οι μέτοχοί τους βρίσκονται σε αντιπαράθεση, είτε, τέλος, για εταιρείες που η προοπτική εταιρικού μετασχηματισμού δημιουργεί προσδοκίες για υπεραξίες. Αξίζει να σημειωθεί πως η αξία συναλλαγών του Ιανουαρίου στο Χ.Α., όπου ο Γ.Δ. έχει υπερβεί τις 1.000 μονάδες ύστερα από χρόνια, έφτασε το 1,930 δισεκατομμύριο σημειώνοντας αύξηση κατά 67,42% από τον Δεκέμβριο.

Τι λένε λοιπόν για όλα αυτά οι επόπτες της αγοράς; «Οι υπηρεσίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς παρακολουθούν και διερευνούν τις περιπτώσεις που υπάρχουν σημαντικά εταιρικά γεγονότα και έντονες διακυμάνσεις στην τιμή μετοχών, προκειμένου να εντοπίσουν και να αξιολογήσουν τυχόν ενδείξεις κατάχρησης αγοράς, χειραγώγησης ή εκμετάλλευσης προνομιακών πληροφοριών», εξηγούν πηγές της Επιτροπής.

«Στην περίπτωση τις Τράπεζας Αττικής, αυτή η παρακολούθηση είχε ξεκινήσει ήδη από τον Ιανουάριο, όταν παρατηρήθηκαν διακυμάνσεις στην τιμή της μετοχής», προσθέτουν επισημαίνοντας πως «εξ ορισμού μετοχές με μικρή διασπορά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες σε μεταβλητότητα και προς την τιμή και προς τον όγκο». Στις περιπτώσεις που ένα τέτοιο φαινόμενο γίνεται εντονότερο, τότε η Επιτροπή ακολουθεί συγκεκριμένες διαδικασίες, όπως έπραξε στην περίπτωση της Τράπεζας Αττικής». «Προχώρησε άμεσα σε πρόσθετες ενέργειες για τον εντοπισμό των συναλλαγών και των προσώπων που ενεπλάκησαν σε αυτές και συγχρόνως ζητήθηκε από την Τράπεζα Αττικής να ενημερώσει κατά πόσον υπήρξαν εξελίξεις οι οποίες δεν είχαν γίνει γνωστές. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή ενεργεί με βάση την κείμενη νομοθεσία και την ευρωπαϊκή και διεθνή πρακτική, ιδίως δε σε σχέση με αποφάσεις για αναστολή διαπραγμάτευσης», αναφέρουν. «Ως προς το θέμα της διασποράς, είχαμε ήδη εντοπίσει το πρόβλημα και είμαστε ήδη σε συζητήσεις με το Χ.Α. προκειμένου να εξεταστεί η τροποποίηση του Κανονισμού για τις περιπτώσεις αυτές», πληροφορούν οι ίδιες πηγές.

Αλλες πηγές της Επιτροπής, με εικοσαετή εμπειρία και στον Κανονισμό του Χ.Α., θυμίζουν ότι έως και το 2017 προβλεπόταν η ειδική κατηγορία χαμηλής διασποράς, στην οποία εντάσσονταν εταιρείες με διασπορά μικρότερη του 15% ή του 10% μετά από εταιρικές πράξεις. «Πέραν της σήμανσης και του μηνύματος που δινόταν στην αγορά, η διαπραγμάτευση στη χαμηλή διασπορά γινόταν με την ειδική μέθοδο της δημοπρασίας με την οποία η τιμή οριστικοποιείται αφού τα μέλη του χρηματιστηρίου γνωρίζουν ήδη μια εκτιμώμενη τιμή και όγκο συναλλαγών», εξηγούν. Λόγω των απότομων ή σε άλλες περιπτώσεις «μη κανονικών», διακυμάνσεων μετοχών που διαπραγματεύονται με πολύ χαμηλή διασπορά, «ενδεχομένως να έχει έρθει η ώρα να εξεταστεί η επαναφορά αυτής της ειδικής κατηγορίας ή η υιοθέτηση άλλου τρόπου κανονιστικής αντιμετώπισης μη ορθολογικών φαινομένων κατά τον μηχανισμό διαμόρφωσης τιμής σε μετοχές που έχουν χαμηλή διασπορά και εμπορευσιμότητα, λαμβάνοντας υπόψη και την τυπολογία των περιπτώσεων κατάχρησης αγοράς», προτείνουν αυτές οι πηγές.

Hλίας Μπέλλος, Κώστας Κιτσιετζής, Καθημερινή