Σε «αναστολή» έχει τεθεί η καθημερινότητα για χιλιάδες μαθητές που ζουν στις πληγείσες περιοχές, στη Θεσσαλία και τη Μαγνησία. Πλάι στα κατεστραμμένα σπίτια, στα «πνιγμένα» χωριά και στους διαλυμένους δρόμους, γονείς, παιδιά και εκπαιδευτικοί αγωνιούν για την πορεία της σχολικής χρονιάς. «Μεταξύ των πάρα πολλών προβλημάτων που έχουν ανακύψει είναι και η καθημερινή διατροφή των μαθητών», αναφέρει καθηγητής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Δεν είναι μόνο το οικονομικό σκέλος αλλά και τα πολλά νέα εμπόδια που καλούνται να υπερπηδήσουν οι γονείς, ώστε να γεμίσουν τα καθιερωμένα τάπερ των παιδιών με κολατσιό: πολλές πρώτες ύλες είναι σε έλλειψη, άλλες έχουν υποστεί πολλές ανατιμήσεις, ενώ σε πολλά νοικοκυριά, σε όσα δηλαδή το νερό από την κακοκαιρία ξεπέρασε τους 50 πόντους, ακόμη δεν λειτουργεί η ηλεκτρική κουζίνα ή το ψυγείο. Η παραπάνω αγωνία καταγράφεται σε πλήθος αιτήσεων και κλήσεων που έχει ήδη λάβει το ινστιτούτο Prolepsis, που υλοποιεί από το 2012 το πρόγραμμα «Διατροφή» με την οικονομική υποστήριξη ιδρυμάτων, εταιρειών, ιδιωτών δωρητών, οργανισμών από την περιφερειακή και την τοπική αυτοδιοίκηση, και υπό την αιγίδα του υπουργείου Παιδείας. 

Εκκληση για ενίσχυση

«Εχουμε λάβει νέες αιτήσεις από 95 σχολικές μονάδες όλων των βαθμίδων στη Θεσσαλία, οι οποίες αντιστοιχούν σε παραπάνω από 7.500 παιδιά», αναφέρει στην «Κ» εκ μέρους της Prolepsis η κ. Αφροδίτη Βελουδάκη, γενική διευθύντρια του ινστιτούτου. Η Prolepsis προσφέρει το κολατσιό, το οποίο καταναλώνεται λίγο πριν από τις 10 π.μ. από τους μαθητές. Το πακέτο, το οποίο λαμβάνει όλη η τάξη, περιλαμβάνει σάντουιτς ή κάποια πίτα, φρέσκο φρούτο εποχής, ενώ τρεις φορές την εβδομάδα προσφέρεται γάλα ή γιαούρτι με μέλι. «Εν προκειμένω το ζητούμενο θα είναι να ελαφρύνουμε οικονομικά και ψυχολογικά τις οικογένειες», σημειώνει η εκπρόσωπος της Prolespis, που απευθύνει έκκληση για ενίσχυση του έργου της ώστε να συμπεριληφθούν στο φετινό πρόγραμμα επιπλέον μαθητές. «Για το σχολικό έτος 2023-2024 σε λιγότερο από 30 ημέρες οι αιτήσεις των σχολείων είχαν ξεπεράσει τις 1.400 στο σύνολο της χώρας (δηλαδή πάνω από 120.000 μαθητές), γεγονός το οποίο αποτυπώνει το μέγεθος της, συνεχώς, αυξανόμενης ανάγκης», προσθέτει η κ. Βελουδάκη. «Ο αρχικός σχεδιασμός για τη σχολική χρονιά 2023-2024, εφόσον εξασφαλιστούν επαρκείς πόροι, περιελάμβανε περιοχές σε Αττική, Θράκη, Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησο, Κεντρική Μακεδονία και Μαγνησία», διευκρινίζει. «Η Θεσσαλία δεν ήταν τόσο ψηλά στην κατάταξη των περιοχών που χρήζουν άμεσης βοήθειας, καθώς βάσει των κοινωνικοοικονομικών κριτηρίων που έχουν τεθεί δεν φαινόταν να περιλαμβάνει πολλές ευπαθείς περιοχές». Ωστόσο, οι πλημμύρες άλλαξαν άρδην την κατάταξη. «Συνεχίζουμε τη διερεύνηση για τα σχολεία που έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα», καταλήγει η ίδια, «έχουμε μια εικόνα για τις Π.Ε. Λάρισας, Τρικάλων, Καρδίτσας, η επικοινωνία, όμως, με τα σχολεία και τις υπηρεσίες του Βόλου είναι ουσιαστικά αδύνατη αυτές τις ημέρες». Το σχολικό έτος 2022-2023 επτά σχολεία από τη Μαγνησία, με 246 μαθητές, συμμετείχαν στο πρόγραμμα ΔΙΑΤΡΟΦΗ, με βάση, ωστόσο, τις πρώτες καταγραφές οι ανάγκες αναμένονται πολλαπλάσιες. 

Σημειώνεται, πάντως, ότι καθώς η αναζήτηση δωρεών είναι μια αέναη διαδικασία, αντίστοιχα και η ένταξη σχολείων μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. «Ο φετινός στόχος είναι να εξυπηρετηθούν περισσότεροι από 8.000 μαθητές (σ.σ. πέρυσι καλύφθηκαν συνολικά 7.816 μαθητές σε 194 σχολεία). Το κόστος για την ετήσια κάλυψη ενός δημοτικού σχολείου με περίπου 75 μαθητές είναι, κατά μέσον όρο, 30.000 ευρώ, ενώ για τη σίτιση ενός μαθητή για δύο εβδομάδες είναι 27 ευρώ. 

Ειδική μέριμνα για τους μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στις πληγείσες από τις πλημμύρες αλλά και τις πυρκαγιές περιοχές έχει λάβει ο ΟΠΕΚΑ (Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης), ο φορέας που υλοποιεί το πρόγραμμα «Σχολικά Γεύματα» του υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας. «Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, επιπλέον 23.000 μαθητές δημοτικού χρειάζονται τη συνδρομή του προγράμματός μας», εξηγεί η υποδιοικήτρια του ΟΠΕΚΑ, Ευθυμία Καρποδίνη. Ηδη στα τέλη Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκαν τα 1.658 δημοτικά σχολεία σε όλη τη χώρα, τα οποία είχαν επιλεγεί πριν από τις καταστροφικές πλημμύρες. «Εχουμε, ωστόσο, ήδη καταθέσει αίτημα στο υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας για προσθήκη επιπλέον μαθητών από τις πληγείσες περιοχές, και το υπουργείο το εξετάζει», λέει η κ. Καρποδίνη. Η διαδικασία, βέβαια, είναι χρονοβόρος, καθώς το πρόγραμμα στηρίζεται σε εθνικούς πόρους. «Ακόμη και αν όλα γίνουν με ρυθμούς fast track, το πράσινο φως δεν είναι δυνατόν να δοθεί πριν από τα τέλη Νοεμβρίου», τονίζει η ίδια, συγκρατημένα αισιόδοξη. 

Υπενθυμίζεται ότι το εν λόγω πρόγραμμα ξεκίνησε –αρχικά πιλοτικά– το 2017 και απευθύνεται σε μαθητές δημοτικών σχολείων. Οι ανάδοχοι, που αναλαμβάνουν το έργο κατόπιν διαγωνισμού, διανέμουν μαγειρεμένο μεσημεριανό φαγητό μετά το σχόλασμα των δημοτικών, όταν ξεκινάει το ολοήμερο πρόγραμμα. «Το φαγητό μαγειρεύεται και σερβίρεται άμεσα, στο πρότυπο του cook and serve, μέσα σε thermobox», διευκρινίζει η κ. Καρποδίνη. «Ο προϋπολογισμός βαίνει τελευταία αυξανόμενος, ώστε να καλυφθούν περισσότερα σχολεία». Ενδεικτικά, το 2020 ήταν 73,4 εκατ., το 2021 89 εκατ., το 2022 92 εκατ. και το 2023 έφθασε στα 102 εκατ. ευρώ. 

Οι διαφορές των δύο προγραμμάτων δεν περιορίζονται μόνο στο είδος του γεύματος αλλά και στον τρόπο επιλογής των σχολείων. Η Prolepsis δέχεται αιτήσεις και αξιοποιεί κοινωνικοοικονομικά δεδομένα από κάθε περιοχή, ο δε ΟΠΕΚΑ εφαρμόζει ένα πολυκριτηριακό σύστημα επιλογής. «Συνυπολογίζουμε τον αριθμό των παιδιών που ανήκουν σε οικογένειες με ετήσιο εισόδημα έως 6.000 ευρώ, τον αριθμό των γονέων που είναι ωφελούμενοι του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος ή είναι εγγεγραμμένοι ως άνεργοι κ.ά.». Θεωρητικά, οι μαθητές σε Θεσσαλία και Μαγνησία θα μπορούσαν να επωφεληθούν και από τα δύο προγράμματα, που δύνανται να λειτουργήσουν συμπληρωματικά. 

Στη διάρκεια της κρίσης 

Η συζήτηση για την παροχή τροφίμων ή γευμάτων στα παιδιά που φοιτούν σε σχολεία ξεκίνησε απρόθυμα στη χώρα μας στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης· το θέμα υπήρξε επί μακρόν ταμπού, καθώς οι συνειρμοί για τους μεγαλύτερους ήταν δυσάρεστοι. Μεταπολεμικά και έως το τέλος της δεκαετίας του ’50 οι Ελληνες μαθητές λάμβαναν συσσίτιο από την αμερικανική βοήθεια – γάλα σε σκόνη, ψωμί με κίτρινο βούτυρο και τυρί. Σταδιακά το συσσίτιο απλοποιήθηκε και σταμάτησε, όταν το βιοτικό επίπεδο στη χώρα βελτιώθηκε, τη δεκαετία του ’60. Ετσι η επαναφορά ενός ανάλογου μέτρου, περίπου 50 χρόνια αργότερα, θεωρήθηκε πισωγύρισμα. 

Οι αριθμοί, ωστόσο, δείχνουν ότι ήδη από το 2012, που η Prolepsis ξεκίνησε το πρόγραμμα, οι ανάγκες αυξάνονται. «Δυστυχώς υπάρχει πολύ μεγάλος αριθμός σχολικών μονάδων που μένουν στη λίστα αναμονής», σημειώνει η κ. Βελουδάκη. «Θα λέγαμε ότι βάσει των διαθέσιμων πόρων είναι εφικτή η ένταξη ενός μικρού αριθμού σχολείων, σε σύγκριση με τον συνολικό αριθμό των σχολείων που αιτούνται να ενταχθούν στο πρόγραμμα». Ενδεικτικά, πέρυσι από τις συνολικά 2.002 σχολικές μονάδες που αιτήθηκαν την ένταξή τους στο πρόγραμμα, καλύφθηκαν μόλις οι 194. 

Αίσθηση, επίσης, προκαλεί το ότι ορισμένες περιοχές παραμένουν για πάνω από δέκα χρόνια πλέον μεταξύ των ωφελουμένων. «Ο Εβρος και γενικότερα η Θράκη είναι μία από τις περιοχές που διαχρονικά υποστηρίζει το ινστιτούτο», απαντάει η κ. Βελουδάκη. «Λόγω της γεωγραφικής θέσης της και των ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων της έχει μεγάλη ανάγκη υποστήριξης, ενώ ειδικά φέτος πολλές οικογένειες θα βιώσουν τις συνέπειες των πολυήμερων δασοπυρκαγιών του καλοκαιριού». Αντίστοιχα, μεταξύ των ωφελουμένων παραμένουν δημόσια σχολεία στις βιομηχανικές περιοχές της Αττικής, όπως Ασπρόπυργος, Μάνδρα, αλλά και σε ορισμένες συνοικίες του κέντρου της Αθήνας, όπως Aγιος Παντελεήμονας, Κυψέλη, Αγιος Νικόλαος κ.ά., αλλά και σε Αχαρνές, Μενίδι, Ζεφύρι, Καματερό, Ελευσίνα, Πειραιά. 

Περιορισμένες είναι αντιστοίχως οι δυνατότητες του προγράμματος «Σχολικά Γεύματα», που στηρίζεται στον κρατικό προϋπολογισμό. «Η καθολική εφαρμογή γευμάτων στα σχολεία θα είχε νόημα, θα ισοδυναμούσε με στήριξη της οικογένειας, όχι απλώς οικονομική, αφού θα απελευθερώναμε την οικογένεια από μια επιπλέον έγνοια», λέει στην «Κ» η υποδιοικήτρια του ΟΠΕΚΑ. «Θα έπρεπε, όμως, να εξασφαλίσουμε χρηματοδότηση από κάποια εναλλακτική πηγή, όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση ή το Child Guarantee». 

Οι αριθμοί

7.816 μαθητές σε 194 σχολεία εξυπηρετήθηκαν το 2022-2023 από το πρόγραμμα «Διατροφή» του ινστιτούτου Prolepsis.

30.000 ευρώ το κόστος για την ετήσια κάλυψη ενός δημοτικού σχολείου με περίπου 75 μαθητές κατά μέσον όρο. 

1.400 αιτήσεις σε λιγότερο από 30 ημέρες είχαν κατατεθεί για το σχολικό έτος 2023-2024 στο πρόγραμμα της Prolepsis. 

1.658 δημοτικά σχολεία είχαν επιλεγεί, πριν από τις πλημμύρες, για το πρόγραμμα «Σχολικά Γεύματα» 2023-2024 που υλοποιεί ο ΟΠΕΚΑ. 

23.000 μαθητές επιπλέον εκτιμάται ότι θα χρειαστούν τη συνδρομή του κρατικού προγράμματος. 

Ιωάννα Φωτιάδη, Καθημερινή