Η βιομηχανία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εργοδότης στη χώρα μετά το εμπόριο, προσφέρει μισθούς κατά 35% υψηλότερους από τον μέσο όρο της οικονομίας και οι συνολικές εξαγωγές αγαθών ανήλθαν το 2024 σε 50 δισ. ευρώ, ισοφαρίζοντας για μια ακόμη χρονιά τα έσοδα από τον τουρισμό και τις λοιπές εξαγόμενες υπηρεσίες. Με αυτή την επισήμανση στην ομιλία του στη χθεσινή ανοιχτή εκδήλωση της ετήσιας γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ, ο πρόεδρος του Συνδέσμου κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος απάντησε και στην προτροπή που εξέφρασε λίγο νωρίτερα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προς τις επιχειρήσεις για αυξήσεις μισθών.

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ έκανε ειδική αναφορά στους κλάδους όπως τα τρόφιμα, τα φάρμακα τα μέταλλα, τα χημικά και τον ναυτιλιακό εξοπλισμό, που όπως είπε διευρύνουν συνεχώς την παρουσία τους στις διεθνείς αγορές. Εξήρε τη συμβολή και άλλων κλάδων στο ΑΕΠ της χώρας, μεταξύ των οποίων και των σούπερ μάρκετ, για να εκφράσει την έμμεση διαφωνία του με την κυβερνητική πολιτική των προστίμων. «Επιβαρύνονται συχνά με άδικα πρόστιμα», είπε χαρακτηριστικά.

Για το θέμα του ενεργειακού κόστους ο πρόεδρος του ΣΕΒ επανέλαβε ότι παραμένει καθοριστικός παράγοντας για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με το υψηλότερο κόστος ενέργειας στην Ε.Ε., γεγονός που διαβρώνει οριζόντια την ανταγωνιστικότητα όλων των κλάδων και επηρεάζει αρνητικά τον πληθωρισμό, είπε και σημείωσε ότι «για τη βιομηχανία –και ιδιαίτερα την ενεργοβόρο– η πρόσβαση σε ανταγωνιστική και προβλέψιμη ενέργεια αποτελεί όρο επιβίωσης. Μετά τις σημερινές σας εξαγγελίες αναμένουμε με αγωνία τις τελικές σας αποφάσεις», είπε ο κ. Θεοδωρόπουλος, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό, ο οποίος λίγο πριν στην ομιλία του διαβεβαίωσε το ακροατήριο ότι η κυβέρνηση θα είναι σε θέση σύντομα να ανακοινώσει μέτρα, δίνοντας το στίγμα αυτών. «Η λύση πρέπει να έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, να είναι εντός των δημοσιονομικών περιθωρίων και να στηρίζει πρωτίστως τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις, αλλά και να έχει μια διευρυμένη περίμετρο ωφελουμένων».

Μεγάλο μέρος της ομιλίας του αφιέρωσε ο πρωθυπουργός στην πορεία της ελληνικής οικονομίας τα χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, παρουσιάζοντας τη θετική εξέλιξη βασικών μεγεθών. Μίλησε για το «προτέρημα της πολιτικής σταθερότητας της Ελλάδας» σε αντιδιαστολή με τις κυβερνητικές κρίσεις στην Ευρώπη που συνέδεσε με τους συνασπισμούς κομμάτων, για να καταλήξει ότι «μόνο ισχυρές κυβερνήσεις εγγυώνται πως οι αλλαγές για να διατηρηθεί μια οικονομία σε τροχιά ευημερίας θα υλοποιηθούν». «Θυμίζω τις περιπέτειες από τα ψέματα των απλοϊκών λύσεων, των παροχών χωρίς αντίκρισμα και τις αυταπάτες σε μια οικονομία που ήταν στην εντατική. Μπορεί σε κάποιους να φαντάζουν μακρινά, αλλά εσείς ξέρετε το κόστος της αβεβαιότητας. Εχουμε εθνικό χρέος να μην το ζήσουμε ποτέ ξανά», ανέφερε επίσης.

Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε τέλος σε ένα συνεκτικό σχέδιο που έχει η κυβέρνηση για το μέλλον, που υπηρετεί ένα στόχο: «Να καταστεί η Ελλάδα χώρα στην οποία θα θέλει κανείς να ζήσει, να σπουδάσει και να εργαστεί, να επενδύσει και να δημιουργήσει» και κάλεσε τις επιχειρήσεις να επενδύσουν τα κέρδη τους στον τόπο τους, να αυξήσουν μισθούς και παροχές για να έχουν ικανοποιημένους εργαζόμενους και να ακολουθούν πρακτικές που σέβονται τον καταναλωτή.

Πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΕΒ συμφώνησαν στην ανάγκη ενίσχυσης της παραγωγικότητας της χώρας. Το ζήτημα της παραγωγικότητας αποτέλεσε μάλιστα τον κεντρικό άξονα της ομιλίας του κ. Θεοδωρόπουλου. Η Ελλάδα βρίσκεται στο 54% του μέσου όρου της Ε.Ε. (με τη βιομηχανία στο 75%) και έχει παραμείνει σχεδόν στάσιμη τα τελευταία 30 χρόνια, είπε και σημείωσε ότι «κύριοι υπεύθυνοι για την αύξηση της παραγωγικότητας δεν είναι οι εργαζόμενοι, αλλά η πολιτεία και οι επιχειρήσεις».

Η Ελλάδα έπειτα από πολλές προσπάθειες και θυσίες έχει γίνει μια «κανονική χώρα», είπε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, προσδιορίζοντας τον όρο, ως μια χώρα που ζει με βάση τις δυνατότητές της και όχι επιβαρύνοντας τις επόμενες γενιές.

Ο νέος εθνικός στόχος, σύμφωνα με τον κ. Θεοδωρόπουλο, είναι η εξέλιξη της χώρας από «κανονική σε παραγωγική». «Να θέσουμε ως κοινό στόχο τη ραγδαία αύξηση της παραγωγικότητας, σε κάθε πτυχή και σε κάθε δραστηριότητα του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, με ετήσια ορόσημα, μετρήσιμους δείκτες και τακτική λογοδοσία».

thessaliaeconomy.gr (από το ρεπορτάζ της Χρύσας Λιάγγου στην Καθημερινή)