Οι αγορές εκτιμούν ότι η τραγωδία των Τεμπών περιπλέκει το πολιτικό σκηνικό και επαναξιολογούν τον παράγοντα του πολιτικού κινδύνου για τη χώρα. Ξένοι αναλυτές τονίζουν στην «Κ» ότι οι επενδυτές προχωρούν σε μια συνολική αναθεώρηση των δεδομένων που καθορίζουν τους πολιτικούς συσχετισμούς ενόψει των επερχόμενων εκλογών. Η επιστροφή της αβεβαιότητας αποτυπώθηκε στη μεγάλη χθεσινή πτώση του Χρηματιστηρίου κατά 2,92%, αλλά και στις πιέσεις που δέχθηκαν τα ελληνικά ομόλογα.

Το πολιτικό ρίσκο επανήλθε στην «εξίσωση» της Ελλάδας, καθώς μετά την τραγωδία στα Τέμπη οι επενδυτές προχωρούν σε μια συνολική αναθεώρηση των δεδομένων που καθορίζουν τους πολιτικούς συσχετισμούς ενόψει των επερχόμενων εκλογών.

Η αβεβαιότητα γύρω από την Ελλάδα έχει επιστρέψει, και αφορά τόσο τον χρόνο των εκλογών όσο και το πώς μπορεί να επηρεάσουν οι τελευταίες αυτές εξελίξεις τα αποτελέσματα της κάλπης. Ετσι εξηγούν οι εγχώριοι αναλυτές την απότομη βουτιά 2,92% που σημείωσε χθες το Χρηματιστήριο, ενώ τα ελληνικά ομόλογα αν και συνεχίζουν να παρουσιάζουν ανθεκτικότητα – λόγω και του ότι μεγάλο ποσοστό τους βρίσκεται στο χαρτοφυλάκιο της ΕKT–, «δέχθηκαν» προειδοποιήσεις από διεθνείς αναλυτές ότι η πρόσφατη υπεραπόδοσή τους είναι υπερβολική, λόγω και του πολιτικού σκηνικού.

Ενώ μέχρι πρόσφατα ένας από τους ισχυρούς καταλύτες πίσω από τις εντυπωσιακές επιδόσεις των ελληνικών μετοχών και ομολόγων ήταν η απουσία πολιτικού κινδύνου, με το Χ.Α. να καταγράφει τα μεγαλύτερα κέρδη διεθνώς και το spread των ελληνικών ομολόγων να έχει σημειώσει τη μεγαλύτερη πτώση στην Ευρωζώνη από την έναρξη του κύκλου σύσφιγξης της ΕΚΤ τον Ιούλιο του 2022, η τιμολόγηση της αγοράς έχει αλλάξει τις τελευταίες ημέρες. Η αλλαγή αυτή δεν σημαίνει ότι υπάρχει φόβος για μη συνέχιση της πορείας των μεταρρυθμίσεων από την επόμενη κυβέρνηση. Απλά αντανακλά το γεγονός ότι οι επενδυτές βλέπουν αυτή τη στιγμή ένα θολό τοπίο πολιτικά, και προτιμούν μέχρι να υπάρξει μεγαλύτερη ορατότητα, να βγουν στο περιθώριο και να τηρήσουν στάση αναμονής.

Αυτές οι εξελίξεις φαίνεται να εξηγούν και τη στάση αναμονής που επέλεξε να κρατήσει ο οίκος αξιολόγησης Scope Ratings την περασμένη Παρασκευή. Οπως σημειώνει ο Ντένις Σεν, επικεφαλής αναλυτής του οίκου, στην «Καθημερινή», ο οίκος δημοσίευσε ένα τυπικό «σημείωμα παρακολούθησης» (monitoring note) και όχι έκθεση αξιολόγησης. Η Scope έκρινε πως, καθώς η προηγούμενη κίνηση αξιολόγησης της Ελλάδας (Δεκέμβριος 2022) ήταν πολύ πρόσφατη και αφορούσε έναν ορίζοντα 12-18 μηνών, ήταν προτιμότερο να μην προχωρήσει σε νέα κίνηση.

Οι εκλογές ωστόσο είναι σίγουρα στο «μυαλό» του οίκου. Οπως επισήμανε ο Σεν σε σχετική ερώτηση της «Κ», «οι προσεχείς εκλογές είναι πιθανό να προκαλέσουν αβεβαιότητες σχετικά με τις οικονομικές πολιτικές και τις θεσμικές σχέσεις της Ελλάδας μακροπρόθεσμα – επομένως μπορεί να οδηγήσουν τις αγορές σε ανατιμολόγηση του κινδύνου για τις προοπτικές της χώρας». Επιπλέον, κατά τον οίκο, η πρόσφατη υπεραπόδοση των ελληνικών ομολόγων και ειδικά έναντι των ιταλικών, δεν δικαιολογείται από το προφίλ πιστωτικού ρίσκου της Ελλάδας, «το οποίο παραμένει σημαντικά μεγαλύτερο από αυτό της Ιταλίας μακροπρόθεσμα». Αν και ο ελληνικός δείκτης χρέους βρίσκεται σε πτωτική τροχιά, παραμένει πολύ υψηλότερος από αυτόν της Ιταλίας και αναμένεται να τον πλησιάσει μόνον προς το 2027.

Ανάλογη είναι η άποψη και της Citigroup καθώς, όπως σημείωσε ο αναλυτής της Αμαν Μπανσάλ, η πρόσφατη υπεραπόδοση των ελληνικών ομολόγων σε σχέση με την Ιταλία φαίνεται να κινδυνεύει από την παρατεταμένη πολιτική αβεβαιότητα έως τις επερχόμενες εκλογές. Και αυτό καθώς, αν και «η παραμονή του Κυρ. Μητσοτάκη στην εξουσία θα μπορούσε να είναι ίσως το πιο φιλικό προς την αγορά σενάριο, ωστόσο το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών και η πρόσφατη τραγωδία στα Τέμπη μπορεί να στρέψουν την κοινή γνώμη περισσότερο εναντίον του». Επιπλέον, τόνισε, οι προοπτικές περιπλέκονται και από την αλλαγή του εκλογικού νόμου, με τους δύο γύρους εκλογών να σημαίνουν μια εκτεταμένη περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας στη χώρα.

Ελευθερία Κουρταλή, Καθημερινή