To ενδιαφέρον των Αμερικανών για τα ελληνικά λιμάνια δεν εξαντλείται στην Αλεξανδρούπολη. Η αναπτυξιακή τράπεζα των ΗΠΑ (DFC) βρίσκεται σε συζητήσεις με έναν εκ των διεκδικητών του λιμανιού του Βόλου, για να χρηματοδοτήσει τα έργα που απαιτούνται, εάν φυσικά επικρατήσει στον διαγωνισμό.

Το ενδεχόμενο της χρηματοδότησης της επένδυσης που θα απαιτηθεί για την υλοποίηση εργασιών αναβάθμισης στο –προς ιδιωτικοποίηση– λιμάνι του Βόλου εξετάζει η αμερικανική κρατική αναπτυξιακή τράπεζα DFC. Σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται δημοσίευμα της «Καθημερινής», η DFC μέσω επιστολής προς τον όμιλο Goldair εκδηλώνει το ενδιαφέρον της να χρηματοδοτήσει τμήμα των επενδύσεων που θα απαιτηθούν για την αναβάθμιση του περιφερειακού λιμανιού. Προς αυτή την κατεύθυνση βρίσκεται σε προχωρημένες συζητήσεις με τον όμιλο Goldair, ο οποίος, μέσω των Goldair Cargo και Goldair Handling, αποτελεί ένα από τα τέσσερα σχήματα που διεκδικούν ποσοστό τουλάχιστον 67% του μετοχικού κεφαλαίου του Οργανισμού Λιμένος Βόλου (ΟΛΒ).

Η DFC, που δίνει προτεραιότητα στην υλοποίηση στρατηγικού χαρακτήρα επενδύσεων στην Ελλάδα, συστάθηκε για να ανακόψει την επέλαση των κινεζικών κεφαλαίων. Κατ’ επέκταση επιδιώκει να αποτελέσει, τρόπον τινά, το αντίπαλον δέος του China Investment Corporation, του κρατικού ταμείου επενδύσεων που διαθέτει υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία άνω του 1 τρισ. ευρώ. Το λιμάνι του Βόλου ανήκει στα assets του τομέα των κρίσιμων υποδομών, στα οποία δίνει έμφαση η DFC, παρέχοντας τη δυνατότητα χρηματοδότησης ιδίων κεφαλαίων (equity financing) και χρέους (debt financing).

Στην περίπτωση που η Goldair καταστεί προτιμητέος επενδυτής στη διαδικασία της αποκρατικοποίησης του ΟΛΒ που διενεργεί το ΤΑΙΠΕΔ, η DFC θα ενισχύσει την παρουσία της σε κρίσιμες υποδομές της Ελλάδας, γεγονός του οποίου η γεωστρατηγική σημασία γίνεται αντιληπτή εάν ληφθεί υπόψη ότι οι λιμένες Πειραιώς και Θεσσαλονίκης ελέγχονται από κινεζικά και ρωσικά συμφέροντα.

Πρόσφατα, εξάλλου, το αμερικανικό Κογκρέσο ενέκρινε την εισήγηση της αμερικανικής αναπτυξιακής DFC για τη χρηματοδότηση, μέσω δανεισμού, με το ποσό των 115 εκατ. δολαρίων προς την ONEX Shipyards ακόμη μίας κρίσιμης υποδομής, των –υπό εξυγίανση– Ναυπηγείων Ελευσίνας.

Το λιμάνι του Βόλου όμως έχει και σημαντικό στρατιωτικό και ενεργειακό ρόλο, όπως αποδεικνύουν οι διαβουλεύσεις που προηγήθηκαν προκειμένου οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις να κρατήσουν τμήμα της χερσαίας ζώνης για δική τους χρήση, αλλά και τα σχέδια για ανάπτυξη σταθμού αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου (ARGO FSRU) που έχουν κατατεθεί στις αρμόδιες ελληνικές ρυθμιστικές αρχές. Διότι ο Βόλος βρίσκεται κοντά και στον κεντρικό αγωγό που μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Βόρεια Ελλάδα.

Επιπλέον, με δεδομένη τη σιδηροδρομική διασύνδεσή του, αντιμετωπίζεται στον ευρύτερο γεωπολιτικό σχεδιασμό και ως δεύτερο μετά την Αλεξανδρούπολη λιμάνι το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πύλη συμμαχικού (NATO) αμυντικού υλικού και προσωπικού για την Ανατολική Ευρώπη. Σημειώνεται ότι η Goldair –μέσω της Rail Cargo Logistics Goldair– διαθέτει τη δεύτερη στην Ελλάδα άδεια παροχής εμπορευματικού σιδηροδρομικού έργου, μετά την ΤΡΑΙΝΟΣΕ.

Αυτά τα δεδομένα αξιολογούν και οι υπόλοιποι διεκδικητές του Οργανισμού Λιμένος Βόλου. Πρόκειται για την κοινοπραξία της Israel Shipyards με τη Χαλυβουργία Ελλάδος, συμφερόντων του ομίλου Μάνεση, στην οποία δεν αποκλείεται να προστεθεί ακόμη ένας παίκτης στον τομέα των logistics. Τη μαλτέζικη εταιρεία διαχείρισης μικρών τερματικών λιμενικών σταθμών Mariner Capital, συμφερόντων της οικογένειας Hili, όπου, κατά πληροφορίες, συμβουλευτικό ρόλο έχει ο πρώην πρόεδρος Δ.Σ. και διευθύνων σύμβουλος του ΟΛΠ, Σωτήρης Θεοφάνης. Αλλά και για τον Οργανισμό Λιμένος Θεσσαλονίκης (ΟΛΘ), για τον οποίο το λιμάνι του Βόλου είναι στρατηγικής σημασίας.

Λ.Ε. thessalieconomy.gr (από το ρεπορτάζ του Δημήτρη Δελεβέγκου, στην Οικονομική Καθημερινή)