Στις ΗΠΑ, όπου ο πληθωρισμός τείνει να αγγίξει το 8%, την περασμένη εβδομάδα η Federal Reserve προχώρησε στην πρώτη αύξηση των επιτοκίων από το 2018 κατά 25 μονάδες βάσης, σε ένα φάσμα από 0,25% έως 0,50%. Δεν έχει παρέλθει μία εβδομάδα, και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της τάσσονται υπέρ μιας πιο αποφασιστικής στροφής σε περιοριστική νομισματική πολιτική.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία βρήκε τις περισσότερες οικονομίες στον κόσμο να αντιμετωπίζουν τον υψηλότερο πληθωρισμό των τελευταίων δεκαετιών και μια ενεργειακή κρίση που τον τροφοδοτεί. Εδωσε, όμως, περαιτέρω ώθηση στις τιμές της ενέργειας, των σιτηρών και των πρώτων υλών που εξάγουν οι δύο εμπλεκόμενες στον πόλεμο χώρες και το αποτέλεσμα είναι να εκτοξευθεί ο πληθωρισμός σε νέα ύψη. Με τελευταίο σοκ τα στοιχεία της Βρετανίας, που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα και φέρουν τον πληθωρισμό του Φεβρουαρίου στο 6,2% να καταγράφει τα υψηλότερα επίπεδα από το 1992, οικονομολόγοι και πολιτικές ηγεσίες βλέπουν με δέος να διαφαίνεται ο κίνδυνος επιστροφής στο πληθωριστικό αδιέξοδο της δεκαετίας του 1970. Και το πρόβλημα εκτείνεται σχεδόν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, με μόνη εξαίρεση τις χώρες της Ανατολικής Ασίας.

Στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, όπου ο πληθωρισμός τείνει να αγγίξει το 8%, την περασμένη εβδομάδα η Federal Reserve προχώρησε στην πρώτη αύξηση των επιτοκίων από το 2018 κατά 25 μονάδες βάσης, σε ένα φάσμα από 0,25% έως 0,50%. Δεν έχει παρέλθει μία εβδομάδα, και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της τάσσονται υπέρ μιας πιο αποφασιστικής στροφής σε περιοριστική νομισματική πολιτική. Μιλώντας στο Bloomberg ο Τζέις Μπούλαρντ, πρόεδρος της Fed του Σεντ Λιούις, κάλεσε την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ να αυξήσει τα επιτόκια του δολαρίου στο 3% εντός του έτους. Στο ίδιο μήκος κύματος η Λορέτα Μέστερ, πρόεδρος της Fed του Κλίβελαντ, που τόνισε πως θα χρειαστούν μάλλον μεγάλες αυξήσεις των επιτοκίων στις επόμενες συνεδριάσεις της ομοσπονδιακής τράπεζας εντός του έτους.

Ο ίδιος ο επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, δήλωσε άλλωστε τη Δευτέρα ότι είναι πρόθυμος να προχωρήσει σε πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων. Ερωτώμενος, εξάλλου, από δημοσιογράφους, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων κατά μισή εκατοστιαία μονάδα στη συνεδρίαση της κεντρικής ομοσπονδιακής τράπεζας στις 3 και 4 Μαΐου.

Το πρόβλημα για τις κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο είναι όμως ασυνήθιστα δυσεπίλυτο, καθώς ο πληθωρισμός αυτή τη φορά οφείλεται μεν στην εκτόξευση του κόστους της ενέργειας, αλλά παράλληλα αντανακλά και τις ελλείψεις στην παγκόσμια προσφορά, συνεπακόλουθο μιας εξαιρετικά κακής συγκυρίας αποτελούμενης από την πανδημία, το έμφραγμα στην εφοδιαστική αλυσίδα, την ενεργειακή κρίση και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οπως χαρακτηριστικά έχει δηλώσει ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Αντριου Μπέιλι, «η νομισματική πολιτική δεν φέρνει περισσότερο φυσικό αέριο, περισσότερους μικροεπεξεργαστές ούτε περισσότερους οδηγούς φορτηγών». Ακολουθώντας κατά πόδας τη Fed, την προηγούμενη εβδομάδα η Τράπεζα της Αγγλίας αύξησε τα επιτόκια της στερλίνας κατά 25 μονάδες βάσης στο 0,75% και ήταν η τρίτη συναπτή αύξηση του κόστους δανεισμού. Τα στελέχη της όμως εκφράζουν φόβους πως η επιθετική στροφή στην περιοριστική πολιτική ενδέχεται να «παγώσει» την οικονομία.

Στην Ε.Ε., άλλωστε, ο αποκλεισμός του ρωσικού ντίζελ έχει οδηγήσει την τιμή του καυσίμου κίνησης στα 2,3 ευρώ το λίτρο, που είναι και το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 15 ετών και ακριβότερο από τη βενζίνη. Στην ίδια μοίρα βρίσκονται οι περισσότεροι Ευρωπαίοι, καθώς το ντίζελ κοστίζει πλέον περισσότερο από τη βενζίνη στις 17 από τις 27 χώρες-μέλη της Ε.Ε. Στο μεταξύ, το πετρέλαιο έχει πάρει και πάλι την ανιούσα από τη στιγμή που οι Ευρωπαίοι άρχισαν να εξετάζουν το ενδεχόμενο συμμετοχής τους στο εμπάργκο κατά των ρωσικών υδρογονανθράκων.

Οι τιμές κυμαίνονταν χθες στα 115 δολάρια το βαρέλι για το αργό δυτικού Τέξας και πάνω από τα 121 δολάρια το βαρέλι για το Brent και δεν λείπουν οι ανησυχητικές προβλέψεις για εκτόξευση του «μαύρου χρυσού» στα 150 δολάρια το βαρέλι. Τελευταία στη σειρά η πρόβλεψη του Νταγκ Κινγκ, βετεράνου στις συναλλαγές εμπορευμάτων, που προεξοφλεί περαιτέρω άνοδο των τιμών του πετρελαίου, καθώς ο αποκλεισμός του ρωσικού πετρελαίου από την παγκόσμια αγορά συμπίπτει με τη θεαματική αύξηση της ζήτησης, ιδιαιτέρως επειδή ο κόσμος στρέφεται στα ταξίδια καθώς τείνει να υποχωρήσει η πανδημία.

Και βέβαια η ακρίβεια κάθε άλλο παρά περιορίζεται στα καύσιμα ή τους λογαριασμούς της ηλεκτρικής ενέργειας των νοικοκυριών. Αυξάνεται διαρκώς το κόστος διαβίωσης συμπιέζοντας την αγοραστική δύναμη και το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων ανά τον κόσμο, με τα φτωχότερα νοικοκυριά να δυσκολεύονται να αντεπεξέλθουν στα έξοδα διαβίωσης. Στις αναπτυσσόμενες χώρες ενδέχεται να γίνει απαγορευτικό το κόστος της διαβίωσης καθώς η άνοδος των τιμών των πρώτων υλών επηρεάζει περισσότερο το κόστος των τροφίμων, που στις χώρες αυτές αντιπροσωπεύει μεγαλύτερο μέρος των δαπανών των νοικοκυριών.

Ο προβληματισμός των κεντρικών τραπεζών επικεντρώθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο ερώτημα για πόσο θα διαρκέσει η επιτάχυνση του πληθωρισμού. Με τις κεντρικές τράπεζες Αγγλίας και ΗΠΑ να εγκαταλείπουν τη θεωρία ότι πρόκειται για παροδική εξέλιξη συνεπακόλουθο της πανδημίας και των όσων προβλημάτων προκάλεσε, ακόμη και η ΕΚΤ αρχίζει να αναθεωρεί τη θέση της και να αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να αυξήσει τα επιτόκια.

Blooberg kathimerini