Αδιαφορώντας για την άνοδο του κόστους δανεισμού των ΗΠΑ, ο Ντόναλντ Τραμπ πιέζει τους Ρεπουμπλικανούς να υπερψηφίσουν το φορολογικό νομοσχέδιό του, που προβλέπει εκτεταμένες φοροαπαλλαγές πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων χωρίς, όμως, να προβλέπει την κάλυψή τους από αντίστοιχες μειώσεις στις δαπάνες. Αναπόφευκτα, οι φοροαπαλλαγές θα οδηγήσουν σε περαιτέρω διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος των ΗΠΑ, που το περασμένο έτος έφτασε στο 6,4% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σαφώς τα βιώσιμα επίπεδα.

Σε μαζικές πωλήσεις αμερικανικών ομολόγων προχώρησαν οι επενδυτές, αντιδρώντας στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των ΗΠΑ από τη Moody’s, την Παρασκευή. Η απόδοση των 30ετών ομολόγων ανήλθε στο 5%, ενώ των 10ετών ξεπέρασε το 4,5%. H Moody’s υποβάθμισε την αξιολόγηση της αμερικανικής οικονομίας στο Aa1, μία βαθμίδα κάτω από το άριστα (Aaa), καθώς οι πολιτικές του προέδρου Τραμπ θα διευρύνουν το ήδη υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα. Η Επιτροπή Προϋπολογισμού του Κογκρέσου εκτιμά πως το 2029 το δημόσιο χρέος θα ανέλθει στο 107% του ΑΕΠ.

Την ανιούσα έχει πάρει το κόστος δανεισμού της υπερδύναμης, καθώς οι επενδυτές προχωρούν σε μαζικές πωλήσεις αμερικανικών ομολόγων αντιδρώντας στις επιλογές της κυβέρνησης Τραμπ και στην απόφαση του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s να υποβαθμίσει το αμερικανικό χρέος. Οι αποδόσεις των 30ετών ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου έφτασαν χθες στο 5%, ενώ το ίδιο επίπεδο πλησιάζουν απειλητικά και οι αποδόσεις των 10ετών, που χθες υπερέβησαν το 4,52%. Είναι το δεύτερο ηχηρό ράπισμα των αγορών κατά της κυβέρνησης Τραμπ μετά την πτώση που σημείωσε η αμερικανική αγορά τον Απρίλιο, αντιδρώντας στις ανακοινώσεις του Αμερικανού προέδρου περί δυσθεώρητων δασμών στις εισαγωγές από όλους τους εμπορικούς εταίρους της υπερδύναμης.

Μετά την υποβάθμιση της Moody’s το αμερικανικό χρέος δεν έχει πλέον την κορυφαία βαθμολογία του Aaa και βρίσκεται μία βαθμίδα χαμηλότερα, στο Aa1. Ο εν λόγω οίκος επέρριψε την ευθύνη της υποβάθμισης όχι μόνο στην κυβέρνηση Τραμπ αλλά και σε αρκετούς από τους προκατόχους του, όπως και στα μέλη του Κογκρέσου, που με τις επιλογές τους διόγκωσαν το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ. Στο μεταξύ, όλα δείχνουν πως το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ θα εξακολουθήσει να διευρύνεται συμπαρασύροντας σε άνοδο το κόστος εξυπηρέτησης του αμερικανικού χρέους. Μιλώντας στο Bloomberg ο Μαξ Γκόκχμαν, υπεύθυνος επενδύσεων στη Franklin Templeton Investment Solutions, προέβλεψε ότι «το κόστος εξυπηρέτησης του αμερικανικού χρέους θα εξακολουθήσει να αυξάνεται, καθώς οι επενδυτές, θεσμικοί και κρατικά ταμεία, έχουν αρχίσει να εγκαταλείπουν τους τίτλους του αμερικανικού δημοσίου και να στρέφονται σε άλλα ασφαλή καταφύγια».

Αδιαφορώντας, πάντως, για την κίνηση που ανακοινώθηκε την Παρασκευή το βράδυ, την Κυριακή ο Τραμπ άσκησε πίεση στους Ρεπουμπλικανούς καλώντας τους να υπερψηφίσουν το φορολογικό νομοσχέδιό του, που προβλέπει εκτεταμένες φοροαπαλλαγές πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων χωρίς, όμως, να προβλέπει την κάλυψή τους από αντίστοιχες μειώσεις στις δαπάνες. Αναπόφευκτα οι φοροαπαλλαγές θα οδηγήσουν σε περαιτέρω διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος των ΗΠΑ, που το περασμένο έτος έφτασε στο 6,4% του ΑΕΠ υπερβαίνοντας σαφώς τα βιώσιμα επίπεδα. Στο δικό του μέσο κοινωνικής δικτύωσης, ο Αμερικανός πρόεδρος έγραφε ότι «οι Ρεπουμπλικανοί πρέπει να ενωθούν στο ένα, μεγάλο και ωραίο νομοσχέδιο, σταματήστε να φλυαρείτε και ψηφίστε το». Η κυβέρνηση Τραμπ υποστηρίζει πως οι φοροαπαλλαγές θα τονώσουν την ανάπτυξη, θα αυξήσουν τα έσοδα και θα μειώσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά η Επιτροπή Υπεύθυνου Προϋπολογισμού επιμένει ότι θα αυξήσουν τα δημόσιο χρέος της υπερδύναμης κατά 5,2 τρισ. δολ. μέσα στην επόμενη δεκαετία. Τελικά, το νομοσχέδιο ψηφίστηκε με μικρή πλειοψηφία.

Σε ό,τι αφορά την υποβάθμιση από τη Moody’s, ήταν σε μεγάλο βαθμό αναμενόμενη καθώς το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ αγγίζει τα 2 τρισ. δολ. ετησίως, υπερβαίνοντας το 6% του ΑΕΠ. Το αμερικανικό κράτος τείνει να υπερβεί τα επίπεδα χρέους που είχε καταγράψει μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο· η Επιτροπή Προϋπολογισμού του Κογκρέσου υπολογίζει πως το 2029 θα εκτοξευθεί στο 107%. Οπως τόνισαν, ωστόσο, αναλυτές της Barclays, «οι υποβαθμίσεις του αμερικανικού χρέους δεν έχουν πια το ίδιο πολιτικό βάρος από το 2011 και μετά, όταν ο άλλος μεγάλος οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης, η S&P, προχώρησε σε αντίστοιχη κίνηση χωρίς να επιφέρει καθόλου επιπτώσεις στην αμερικανική οικονομία».

Μετά την υποβάθμιση από τη Moody’s, το αμερικανικό χρέος δεν έχει πλέον την κορυφαία βαθμολογία του Aaa.

Kαθημερινή