Ποιο είναι το όριο πτώσης τζίρου που ξεκλειδώνει την κρατική στήριξη που δεν θα επιστραφεί στο Δημόσιο. Τι ποσοστό των πάγιων δαπανών των επιχειρήσεων θα καλύψει το κράτος και οι τεχνικές παράμετροι. Ποια περίοδο θα αφορά το μέτρο.

Με διαβατήριο την πτώση τζίρου τουλάχιστον 30% μετά τον Μάρτιο του 2020, επιχειρήσεις οι οποίες επλήγησαν από την πανδημία, εφόσον δεν ήταν προβληματικές στις 31 Δεκεμβρίου 2019, μπορούν να προσδοκούν σε κάλυψη πάγιων δαπανών τους ακόμα και σε ποσοστό 90%.

To αρχικό εύρος κάλυψης λειτουργικών δαπανών εκτείνεται μεταξύ 70% και 90%, πλην όμως τα ποσοστά δεν μπορούν να θεωρούνται οριστικά, καθώς εκκρεμεί η συζήτηση με τις Βρυξέλλες για την οριστικοποίηση ενός μέτρου το οποίο αναμένεται να ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία την ερχόμενη εβδομάδα.

Οι διατάξεις νόμου με τις οποίες ανοίγει ο δρόμος για την κρατική κάλυψη «μη καλυπτόμενων πάγιων δαπανών» βρίσκονται ήδη στη Βουλή, στο πλαίσιο του νομοσχεδίου για την ΕΛΣΤΑΤ και συζητήθηκαν στη διάρκεια του χθεσινού υπουργικού συμβουλίου.

Το νέο μέτρο ενίσχυσης των επιχειρήσεων σχεδιάζεται να εφαρμοστεί στο διάστημα Μαρτίου-Απριλίου και βασίζεται στο Προσωρινό Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, «το Υπουργείο Οικονομικών προχώρησε ήδη στην προ-κοινοποίηση του νέου καθεστώτος -με τη σχετική διάταξη- στην DG Comp, ώστε να ακολουθήσει η συζήτηση, σε συνέχεια των διερευνητικών επαφών που έχουν γίνει ως τώρα. Στη συνέχεια θα οριστικοποιηθούν οι τεχνικές παράμετροι του νέου καθεστώτος και θα διαμορφωθούν τα τελικά χαρακτηριστικά που θα δομήσουν τις κανονιστικές πράξεις».

Στις βασικές του γραμμές, το νέο μέτρο ενίσχυσης των επιχειρήσεων ορίζει πως:

Οι επιλέξιμες επιχειρήσεις πρέπει, κατά τη διάρκεια της επιλέξιμης περιόδου, να αντιμετωπίζουν μείωση του κύκλου εργασιών κατά τουλάχιστον 30% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2019.

Το ανώτατο όριο της ενίσχυσης ανά επιχείρηση -για όλη την περίοδο από Μάρτιο 2020 έως Ιούνιο 2021- είναι 3.000.000 ευρώ, στο οποίο δεν σωρεύονται οι άλλες ενισχύσεις που έχει λάβει η επιχείρηση, οι οποίες όμως δύναται να συνυπολογιστούν στις ανάγκες κάλυψης κάθε επιχείρησης.

Η ανώτατη ένταση ενίσχυσης της επιχείρησης είναι 70% επί των επιλέξιμων δαπανών, με το ποσοστό αυτό να φτάνει το 90% για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και το επίπεδο αυτών να διαμορφώνεται ανάλογα με τα δημοσιονομικά δεδομένα.

Η ενίσχυση δεν αφορά επιχειρήσεις που ήταν ήδη προβληματικές την 31η Δεκεμβρίου 2019, με την εξαίρεση, όμως, των πολύ μικρών ή μικρών επιχειρήσεων που ήταν ήδη προβληματικές την 31η Δεκεμβρίου 2019, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάγονται σε συλλογική διαδικασία αφερεγγυότητας βάσει του εθνικού δικαίου και δεν έχουν λάβει ενίσχυση διάσωσης ή ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

Όσον αφορά τα ανώτατα όρια ενισχύσεων, δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο πως θα φτάσουν στην περίπτωση της Ελλάδας το 70% ή 90%, εξέλιξη που συναρτάται με τα ταμειακά περιθώρια του υπουργείου Οικονομικών και το πλήθος των τελικών δικαιούχων. Κατά την πάγια πρακτική του, τους τελευταίους μήνες, το υπουργείο Οικονομικών αναμένεται πρώτα να μετρήσει (δικαιούχους, εύρος δαπανών, τα «κουκιά» των πληρωμών) και μετά να μιλήσει, αφού έχει πλέον σαφή εικόνα τι συνέβη στην αγορά.

Οι ενισχύσεις σε κάθε περίπτωση θα είναι «καθαρές», μη επιστρεπτέες, αλλά δεν είναι σίγουρο πως θα είναι σε μετρητά. Οι πληροφορίες αναφέρουν πως εξετάζονται διάφορα εναλλακτικά σενάρια, είτε να είναι πιστώσεις στους λογαριασμούς των δικαιούχων όπως γίνεται τώρα με την επιστρεπτέα προκαταβολή, είτε να αφορούν σε ενισχύσεις μέσω φορολογικών εκπτώσεων ή εκπτώσεων ασφαλιστικών εισφορών. Δεν αποκλείεται ακόμα και συνδυαστική κάλυψη με τις παραπάνω επιλογές.

Το μέτρο σχεδιάζουν το δίδυμο Σταϊκούρα-Σκυλακάκη και σύμφωνα με τις έως τώρα πληροφορίες, θα καλύπτονται πάγιες δαπάνες για φως, νερό, τηλέφωνο, αλλά και δαπάνες μισθοδοσίας ή ενοικίων, εφόσον δεν καλύπτονται από άλλα μέτρα ενίσχυσης. Σύμφωνα με τους ορισμούς, μη καλυπτόμενες πάγιες δαπάνες είναι οι πάγιες δαπάνες που πραγματοποίησαν οι επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της επιλέξιμης περιόδου, οι οποίες δεν καλύπτονται ούτε από τα κέρδη (δηλαδή έσοδα μείον μεταβλητές δαπάνες) κατά την ίδια περίοδο ούτε από άλλες πηγές, όπως ασφάλιση, προσωρινά μέτρα ενίσχυσης ή στήριξη από άλλες πηγές (επιστρεπτέα προκαταβολή, ΣΥΝ-εργασία κ.λπ.).

Έλενα Λάσκαρη Euro2day.gr