Κι όµως. Υπάρχει εν Ελλάδι µια αλβανική επιχειρηµατικότητα την οποία οι περισσότεροι αγνοούµε, όµως αυτή είναι ενεργή και ακµάζουσα. 

Με αυτή τη διαπίστωση την περασµένη Τετάρτη το βράδυ και στον απόηχο της δολοφονίας ενός οµογενούς στη Βόρεια Ηπειρο, το Επαγγελµατικό Επιµελητήριο Αθηνών και ο πρόεδρός του Γιάννης Χατζηθεοδοσίου φιλοξένησαν επιχειρηµατίες από τη γειτονική χώρα οι οποίοι ενεργοποιούνται εδώ και καιρό στην Ελλάδα -και δη την Αθήνα. 

Μάλιστα, παρουσία της πρέσβειρας της Αλβανίας στη χώρα µας Αρντιάνα Χοµπντάρι επιχειρήθηκε οι σχέσεις των δύο χωρών να παραµείνουν στο οικονοµικό πεδίο από το σύνθετο διπλωµατικό, µετά από την ενέργεια ευθέως επιθετική προς την ελληνική µειονότητα που ζει στα βορειοδυτικά µας σύνορα. 

Παράλληλα, ήδη οι δύο πλευρές, τόσο το Επαγγελµατικό Επιµελητήριο Αθηνών όσο και η αλβανική πρεσβεία, προετοιµάζουν την επίσκεψη Ελλήνων επιχειρηµατιών, κυρίως από τον χώρο των µικρών και µεσαίων σχηµάτων, µε σκοπό την τόνωση των ελληνικών εξαγωγών προς τα Τίρανα. 

Συγκεκριµένα, βάσει των ερευνών και των στατιστικών στοιχείων που διαθέτει το Επαγγελµατικό Επιµελητήριο, αυτή τη στιγµή υπάρχουν καταγεγραµµένοι στα µητρώα του 2.500 Αλβανοί επιχειρηµατίες µε 523 εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε σειρά κλάδων και τοµέων στην Αθήνα. 

Το νούµερο αυτό µεγαλώνει κατά πολύ, όπως µας δήλωσε ο κ. Χατζηθεοδοσίου, αν δούµε το σύνολο της χώρας όπου υπάρχει έντονη παρουσία Αλβανών επιχειρηµατιών περιοχές κυρίως της ∆υτικής Ελλάδας (Νοµοί Ιωαννίνων, Αρτας και Αγρινίου), της ∆υτικής Πελοποννήσου, της ∆υτικής Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και γενικά σε όλη την επικράτεια. Πληροφορίες αναφέρονται σε πάνω από 10.000 επιχειρηµατίες, είτε µικρούς (στην πλειονότητα) είτε και µεγαλύτερους, µε τζίρους πάνω από 1, 2 ή και 3 εκατ. ευρώ. 

Για παράδειγµα, υπάρχουν Αλβανοί επιχειρηµατίες στον χώρο των καπνικών προϊόντων, των επισκευών ή της ναυπηγικής µε σηµαντική παρουσία, αλλά και στον τοµέα της οικοδοµικής δραστηριότητας µε εργολαβίες και παρουσία στις ανεγέρσεις πολυκατοικιών.

Η πρεσβεία της Αλβανίας έχει πλήρη εικόνα αυτών των δραστηριοτήτων, οι οποίες είναι απόρροια της µακρόχρονης πλέον παρουσίας Αλβανών πολιτών στη χώρα µας µετά την κατάρρευση του καθεστώτος Χότζα τη δεκαετία του ’90. Πολλοί από τους πρώην χαµηλά αµειβόµενους Αλβανούς έχουν γίνει πλέον ιδιοκτήτες επιχειρήσεων σε σειρά τοµέων. 

Πρώην οικοδόµοι, για παράδειγµα, έχουν εξελιχθεί σε ιδιοκτήτες οικοδοµικών συνεργείων ή σε µικροκατασκευαστές απασχολώντας Ελληνες τεχνίτες, ενώ υπάρχουν πολλές εταιρείες παροχής υπηρεσιών και µαγαζιά παντός είδους. Εσχάτως δραστηριοποιούνται ως νοµικοί και λογιστές Αλβανοί δεύτερης γενιάς, οι οποίοι µεγάλωσαν και σπούδασαν στη χώρα µας και πλέον απολαµβάνουν µια σειρά προνοµίων εργαζόµενοι ισότιµα σε όλους τους τοµείς. 

Παράλληλα υπάρχουν χιλιάδες κάτοχοι ακινήτων και περιουσιών στην πατρίδα µας. Ελληνες εργαζόµενοι σε Αλβανούς Υπολογίζεται δε ότι είναι αρκετά σηµαντικός ο αριθµός Ελλήνων που πλέον εργάζονται σε Αλβανούς αφεντικά, µια ανατροπή της σχέσης που υπήρχε στο παρελθόν µε το στερεότυπο του Ελληνα εργοδότη και του Αλβανού υπαλλήλου. 

Αυτή η συνθήκη επιτρέπει πλέον στην αλβανική διπλωµατία να µιλάει για «µικρό, όµως υπαρκτό βαθµό εξάρτησης της Ελλάδας από την Αλβανία», αν και δεν παραγνωρίζεται το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η δεύτερη επενδύτρια στα Τίρανα µετά την Ιταλία, όπως υποστήριξε ο κ. Χατζηθεοδοσίου. Βέβαια αυτή είναι η µία όψη του νοµίσµατος. Υπάρχει και η άλλη, η πιο περίεργη, µε Αλβανούς επαγγελµατίες οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν στη χώρα µας, όµως στην πορεία, λόγω αλλαγής των συνθηκών στη χώρα τους, πήγαν ξανά πίσω. Από εκεί πλέον και µε ελληνική τεχνογνωσία ασκούν επιχειρηµατικότητα που σήµερα θεωρείται ακόµη και ανταγωνιστική ως προς την Ελλάδα. 

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγµα των ναυπηγικών δραστηριοτήτων. Πολλοί τεχνίτες από την περιοχή του Περάµατος ή της ∆υτικής Ελλάδας έστησαν πλέον στις παραθαλάσσιες περιοχές της Αλβανίας τις δικές τους επιχειρήσεις ναυπηγώντας πλοία που φεύγουν από την Ελλάδα και επιλέγουν το ∆υρράχιο ή άλλες περιοχές της γείτονος. 

Σίγουρα αυτή η νέα συνθήκη στερεί από τη χώρα µας πλούτο, όµως δεν πρέπει να λησµονούµε ότι και η Ελλάδα δεν έχει καταστρώσει σχέδιο για το πώς θα σταµατήσει αυτό το κύµα φυγής. Ιδιαίτερα όταν η φορολογία εξακολουθεί να είναι ανασταλτικός παράγοντας. 

Δημήτρης Μαρκόπουλος (Businesstories)