Εφικτή, παρά τις αυξημένες πλέον προκλήσεις, παραμένει η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας το 2023, εκτιμούν αναλυτές και οικονομολόγοι. Μπορεί η απόσταση της Ελλάδας από αυτό το «ορόσημο» να είναι μικρή, μόλις ένα σκαλοπάτι, ωστόσο η διαδρομή είναι γεμάτη σημαντικά εμπόδια και αβεβαιότητες: εκτός από τις εκλογές του 2023 –οι οποίες παρακολουθούνται στενά από τους οίκους–, η ενεργειακή κρίση «βράζει», ο πληθωρισμός επιμένει, η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής συνεχίζεται πιέζοντας τα κόστη δανεισμού και οι εκτιμήσεις για ύφεση στην Ευρωζώνη το 2023 ενισχύονται, συνθέτοντας ένα πολύ δύσκολο περιβάλλον για αναβαθμίσεις.

Αν και μέχρι πρόσφατα η ύφεση στην Ελλάδα το 2023 είχε αποκλειστεί, το τελευταίο διάστημα έχει αρχίσει και αποτελεί βασικό σενάριο για κάποιους επενδυτικούς οίκους (π.χ. ING, DZ Bank, Oxford Economics), καθώς και –το σημαντικότερο– για οίκους αξιολόγησης. Το «καμπανάκι» που χτύπησε η Fitch αυτόν τον μήνα ήταν αρκετά ηχηρό. Η Fitch προέβλεψε πως το 2023 θα σημειωθεί οριακή ύφεση στην Ελλάδα της τάξης του 0,2%, ενώ η επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα δεν αναμένεται πριν από το 2024.

Τα παραπάνω προκαλούν το εξής ερώτημα: τη στιγμή που οίκοι έχουν αρχίσει και εμφανίζονται τόσο επιφυλακτικοί και τοποθετούν την ύφεση και το πρωτογενές έλλειμμα στο βασικό σενάριο για την Ελλάδα το 2023, είτε υλοποιηθεί είτε όχι, είναι δυνατή η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας; Η «Κ» απευθύνθηκε τόσο στην ίδια τη Fitch όσο και σε οικονομολόγους διεθνών οίκων και η απάντηση ήταν αισιόδοξη: η χώρα έχει πιθανότητες να πετύχει αυτό το ορόσημο, παρά τις προκλήσεις.

Tι προβλέπει η Fitch

Οπως σημειώνει στην «Καθημερινή» ο Μικέλε Ναπολιτάνο, επικεφαλής αξιολογήσεων Δυτικής Ευρώπης της Fitch, η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας και η πτωτική τροχιά του χρέους είναι οι δύο βασικοί παράγοντες που θα κρίνουν την αναβάθμιση. «Οι προοπτικές για την Ευρώπη έχουν επιδεινωθεί και αυτό θα επηρεάσει την ελληνική οικονομία. Το 2023 θα είναι μια πιο δύσκολη χρονιά για τη δημοσιονομική πολιτική, δεδομένης της επιβράδυνσης της ανάπτυξης και των υψηλότερων αποδόσεων των ομολόγων», σημειώνει. Οπως εξηγεί, η πρόσφατη επιβεβαίωση από τη Fitch των θετικών προοπτικών για την Ελλάδα, «αντανακλά την προσδοκία για μείωση του δημοσίου χρέους, στο πλαίσιο του χαμηλού ακόμη μέσου κόστους δανεισμού και ενός βαθμού αναμενόμενης ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας, παρά την επιδείνωση των προοπτικών για την Ευρωζώνη».

Ωστόσο, όπως τονίζει, η ενεργειακή κρίση εισέρχεται σε μια πολύ λεπτή συγκυρία. Ετσι, «η απόδειξη ότι η ελληνική οικονομία είναι ανθεκτική στη δεύτερη αυτή κρίση σε διάστημα δύο ετών, θα είναι σημαντικός παράγοντας στην εκτίμησή μας. Η μακροοικονομική ανθεκτικότητα θα στηρίξει τη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών, αυξάνοντας την εμπιστοσύνη μας ότι το δημόσιο χρέος θα παραμείνει σε σταθερή καθοδική πορεία», σημειώνει, ενώ προσθέτει πως η συνεχιζόμενη πρόοδος στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών είναι ένας άλλος επίσης σημαντικός παράγοντας.

Ο Αντριου Κένινγχαμ, επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics, δηλώνει επιφυλακτικά θετικός σε ό,τι αφορά τον στόχο της επενδυτικής βαθμίδας. «Είναι πολύ πιθανό οι οίκοι αξιολόγησης να είναι πιο προσεκτικοί με τις αναβαθμίσεις τα επόμενα δύο χρόνια στην Ευρώπη, απλώς και μόνον επειδή το οικονομικό σκηνικό έχει επιδεινωθεί. Ωστόσο, δεν νομίζω ότι το ελληνικό χρέος θα αποτελέσει σημαντική ανησυχία για τους επενδυτές, επειδή η κυβέρνηση έχει ένα πολύ μεγάλο “μαξιλάρι” ρευστότητας, ακολουθεί συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και έχει την υποστήριξη της ΕΚΤ».

Οι εκτιμήσεις της Allianz

Και η Allianz εκτιμά πως ο στόχος του investment grade δεν «ακυρώνεται» από το δύσκολο περιβάλλον στην οικονομία. Η Μανταλένα Μαρτίνι, οικονομολόγος του οίκου, σημειώνει πως αναμένει συνεχή βελτίωση των δημοσιονομικών, η οποία θα βοηθήσει την Ελλάδα να παραμείνει σε πορεία προς την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας μεσοπρόθεσμα. «Πιστεύουμε ότι η δημοσιονομική δυναμική θα βελτιωθεί, ενώ αναμένουμε ότι η οικονομική ανάπτυξη θα είναι ελαφρώς αρνητική το 2023 (-0,3%), με τα δημόσια οικονομικά να παραμένουν επηρεασμένα από τη στήριξη προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Αλλά δεν βλέπουμε ότι οι προκλήσεις στις προοπτικές της χώρας θα εκτροχιάσουν τον στόχο ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας», όπως προσθέτει. «Η Ελλάδα εξόφλησε πλήρως και πρόωρα το δάνειο του ΔΝΤ, στέλνοντας θετικά μηνύματα στις αγορές, ενώ βγήκε από την ενισχυμένη εποπτεία. Επίσης, επωφελείται από τις ευέλικτες επανεπενδύσεις του PEPP και η σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής θα επηρεάσει ένα διαχειρίσιμο ποσοστό του δημοσίου χρέους», εξηγεί.

Ελευθερία Κουρταλή, Καθημερινή