Αύξηση του πραγµατικού ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 2,5% µακροπρόθεσµα και ενίσχυση των τραπεζικών κεφαλαίων και των πιστώσεων φέρνει η ανάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας, καθώς και µόνιµη µείωση των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών οµολόγων κατά περίπου 70 µονάδες βάσης την περίοδο τρεις µήνες πριν έως και τρεις µήνες µετά την αναβάθµιση, όπως υποστηρίζει µελέτη η οποία παρουσιάζεται στο Οικονοµικό ∆ελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος. Φυσικά, η ανάγκη για υγιείς δηµοσιονοµικές πολιτικές και µεταρρυθµίσεις, που θα βοηθήσουν στη διατήρηση της τρέχουσας αξιολόγησης επενδυτικής βαθµίδας, είναι επιτακτική όπως επισηµαίνεται, ώστε να ακολουθήσουν περαιτέρω αναβαθµίσεις πιστοληπτικής ικανότητας που θα µπορούσαν να αποφέρουν πρόσθετα πιθανά κέρδη για την ελληνική οικονοµία. Πιο αναλυτικά, εξετάζοντας τον αντίκτυπο που είχε η ανάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας σε 16 οικονοµίες από το 2000 έως το α΄ εξάµηνο του 2023, η µελέτη προσπαθεί να ποσοτικοποιήσει ουσιαστικά τα οφέλη που φέρνει αυτό το ορόσηµο για την Ελλάδα, την οικονοµία, τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις τράπεζες. Σύµφωνα µε τα ευρήµατα, η αναβάθµιση του ελληνικού ∆ηµοσίου στην επενδυτική κατηγορία οδηγεί σε µόνιµη αύξηση του επιπέδου των βασικών οικονοµικών και χ ρ η µατ ο πιστωτικών µεγεθών. Μακροπρόθεσµα, το επίπεδο του πραγµατικού ΑΕΠ αυξάνεται και ενισχύονται τα τραπεζικά κεφάλαια και οι πιστώσεις. Επιπροσθέτως, επιδρά σταθεροποιητικά τόσο στον τραπεζικό τοµέα όσο και στην πραγµατική οικονοµία, ενώ ενισχύει και την ανθεκτικότητα της οικονοµίας στα εξωτερικά σοκ.

Αύξηση επενδύσεων

Σύµφωνα µε την ΤΤΕ, τα κύρια ποσοτικά αποτελέσµατα του θετικού σοκ της αναβάθµισης είναι τα εξής: Το επίπεδο του πραγµατικού ΑΕΠ αυξάνεται κατά 0,94% έπειτα από 12 τρίµηνα (3 έτη). Αυτό µεταφράζεται σε µέση συµβολή στον ρυθµό αύξησης του πραγµατικού ΑΕΠ περίπου 0,31% ετησίως κατά τα πρώτα 3 χρόνια µετά την αναβάθµιση. Τα επίπεδα πραγµατικών επενδύσεων

σε επιχειρήσεις και στέγαση αυξάνονται κατά 2,67% και 3,37%, αντίστοιχα, τα πρώτα 12 τρίµηνα. Επίσης, τα επίπεδα των συνολικών πιστώσεων και του τραπεζικού κεφαλαίου αυξάνονται κατά 2,63% και 7,36%, αντίστοιχα, την ίδια περίοδο.

Οπως εξηγεί η µελέτη, καθώς το θετικό σοκ µιας αναβάθµισης σε επενδυτική βαθµίδα θεωρείται µόνιµο, προκαλεί τη σταδιακή µετάβαση της οικονοµίας σε µια νέα ισορροπία, δηλαδή έχει µόνιµες µακροπρόθεσµες επιπτώσεις. Στη νέα µακροπρόθεσµη ισορροπία, τα επίπεδα του πραγµατικού ΑΕΠ, των επιχειρηµατικών επενδύσεων και των επενδύσεων σε στέγαση αυξάνονται κατά 1,3%, 1,6% και 3,15% αντίστοιχα, ενώ η συνολική προσφορά πιστώσεων και το τραπεζικό κεφάλαιο ενισχύονται κατά 4,6% και 11,1%, αντίστοιχα. Ο συνολικός αντίκτυπος της αναβάθµισης στην ελληνική οικονοµία θα µπορούσε να είναι ακόµη υψηλότερος, καθώς θετικά αποτελέσµατα ενδέχεται να προκύψουν και µέσω άλλων καναλιών που δεν ενσωµατώνονται στην ανάλυση, για παράδειγµα µέσω της βελτίωσης της εµπιστοσύνης των καταναλωτών και των αυξηµένων ροών ξένων άµεσων επενδύσεων.

Αναβαθµίσεις τραπεζών

Η επίδραση της αναβάθµισης της Ελλάδας θα µεταφερθεί στο κόστος χρηµατοδότησης των ελληνικών τραπεζών, ενώ ανοίγει τον δρόµο για µελλοντικές αναβαθµίσεις και των ελληνικών τραπεζών σε επενδυτική κατηγορία. Στη συνέχεια, το θετικό σοκ της αναβάθµισης, όπως επισηµαίνει η µελέτη, µεταδίδεται από τον χρηµατοπιστωτικό τοµέα στην πραγµατική οικονοµία µέσω των καναλιών χρηµατοδότησης

και τραπεζικών κεφαλαίων. Πρώτον, η µείωση του κόστους χρηµατοδότησης των τραπεζών τους επιτρέπει να µειώσουν τα επιτόκια δανεισµού που χρεώνουν για στεγαστικά και εταιρικά δάνεια και να αυξήσουν την προσφορά πιστώσεων (κανάλι τραπεζικής χρηµατοδότησης). Με τη σειρά τους, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αυξάνουν τη ζήτησή τους για επενδύσεις και κατανάλωση, προκαλώντας έτσι αύξηση στις τιµές των κατοικιών και του φυσικού κεφαλαίου, ενώ τα ποσοστά αθέτησης πληρωµών τόσο για τα στεγαστικά όσο και για τα επιχειρηµατικά δάνεια µειώνονται. Ως αποτέλεσµα, τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών αυξάνονται και, κατά συνέπεια, αυξάνεται και η προσφορά δανείων, ενισχύοντας την οικονοµική δραστηριότητα (κανάλι τραπεζικού κεφαλαίου).

Ελευθερία Κουρταλή, Καθημερινή