Εναλλακτικά σενάρια για τη συνέχιση της στήριξης της Ελλάδας, μετά τη λήξη του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων λόγω πανδημίας (ΡΕΡΡ), εξετάζονται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς η προοπτική ένταξής της στο κανονικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (ΑΡΡ) δεν προχωράει.

Η πολυαναμενόμενη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, αύριο και την Πέμπτη, θα απαντήσει στα κρίσιμα ερωτήματα για τον χρόνο τερματισμού του ΡΕΡΡ, που εκτιμάται ότι θα είναι ο Μάρτιος του 2022, καθώς και για την τύχη των ελληνικών ομολόγων που εντάχθηκαν κατ’ εξαίρεσιν στο ΡΕΡΡ, παρότι δεν βρίσκονται σε επενδυτική βαθμίδα, όπως απαιτούν οι κανόνες της ΕΚΤ.

Ενόψει της κρίσιμης απόφασης στη Φρανκφούρτη, πιθανότατα την Πέμπτη, ένα ισχυρό σενάριο για την Ελλάδα είναι οι λεγόμενες «ευέλικτες επανεπενδύσεις» των ομολόγων ΡΕΡΡ. Στο πλαίσιο αυτό, καθ’ όλη τη διάρκεια της επανεπένδυσης του ΡΕΡΡ, η οποία θα διαρκέσει έως το τέλος του 2023, θα μπορούσαν να αγοράζονται ελληνικά ομόλογα με κάπως πιο ευνοϊκό καθεστώς από εκείνο το οποίο θα ίσχυε με την κανονική επανεπένδυση. Θα μπορούσε, δηλαδή, σύμφωνα με πηγές, το πρόγραμμα να έχει μια «μεροληψία» υπέρ των ελληνικών ομολόγων, αφού η Ελλάδα εξαιρείται από το κανονικό πρόγραμμα ΑΡΡ. Συγκεκριμένα, ένα πολύ μικρό ποσοστό των επανεπενδύσεων των άλλων χωρών θα μπορούσε να μεταφέρεται στην Ελλάδα. Και όπως εκτιμούν τραπεζικές πηγές, επειδή η Ελλάδα έχει σχετικά μικρούς όγκους, σε σύγκριση με τις άλλες χώρες, θα μπορούσε έτσι να καλυφθεί.

Ιδανικά θα μπορούσε να διατηρηθεί η προστασία των ελληνικών ομολόγων στο ίδιο αναλογικά επίπεδο με αυτή των άλλων χωρών και αυτό επιδιώκει, ασφαλώς, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. Αυτό, όμως, δεν είναι απόλυτο και άλλωστε θα εξαρτηθεί και από τις εκδόσεις ομολόγων, όπως επισημαίνεται από πηγές της αγοράς.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, φαίνεται πως το πιθανότερο σενάριο είναι ότι θα συνεχίσουν να αγοράζονται ελληνικά ομόλογα και να χρησιμοποιούνται ως collateral για πράξεις χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών έως το τέλος του 2023, τουλάχιστον. Το ερώτημα είναι αν οι παρεμβάσεις αυτές θα είναι τέτοιας έκτασης, ώστε να καλύψουν πλήρως τις αγορές και να μην ασκηθούν μεγάλες πιέσεις στις αποδόσεις των τίτλων.

Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ έχει αγοράσει ελληνικά ομόλογα ύψους σχεδόν 35 δισ. ευρώ και με τη βοήθειά της, οι αποδόσεις των δεκαετών τίτλων είχαν φτάσει τον Αύγουστο στο ιστορικό χαμηλό του 0,53%. Χθες, η απόδοση βρισκόταν στο 1,33%.

Η ΕΚΤ, όπως και η Ευρωπαϊκή Ενωση συνολικά, αντιλαμβάνονται ότι το ζήτημα της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας με χαμηλό κόστος είναι κρίσιμο για την ανάκαμψή της και για την οριστική έξοδό της από τη μεταμνημονιακή περίοδο. Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, εξετάζεται η «ευέλικτη» λύση μέσω των επαναγορών. Η ένταξη της χώρας κατ’ εξαίρεσιν και με ειδικές προϋποθέσεις στο κανονικό ΑΡΡ θα ήταν η καλύτερη λύση, αλλά εδώ και λίγο καιρό στην ΕΚΤ έγινε σαφές ότι θα διακινδύνευε παραπομπή στο δικαστήριο, αφού οι κανόνες της σαφώς ορίζουν ότι τα ομόλογα των χωρών του ΑΡΡ πρέπει να ανήκουν σε επενδυτική βαθμίδα.

Η αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα τοποθετείται, σύμφωνα με τον στόχο που έχει θέσει η κυβέρνηση, στο πρώτο εξάμηνο του 2023. Ετσι, εφόσον ο σχεδιασμός αυτός ισχύσει και δεν υπάρξουν ανατροπές, η ένταξη στο κανονικό ΑΡΡ θα μπορούσε να γίνει πριν λήξει η περίοδος επαναγορών του ΡΕΡΡ.

Ειρήνη Χρυσολωρά Καθημερινή