Σε νέα έκδοση ομολόγου 7ετούς διάρκειας προχωράει σήμερα ή το αργότερο αύριο (εκτός απροόπτου) το ελληνικό Δημόσιο, με στόχο να αποκτήσει ρευστότητα για να ανταποκριθεί στις μεγάλες ταμειακές ανάγκες που προκαλεί η πανδημία του κορωνοϊού.

Δεδομένου ότι οι δημόσιες δαπάνες έχουν αυξηθεί λόγω των μέτρων που εφαρμόζει η κυβέρνηση για τη στήριξη της οικονομίας και ταυτόχρονα τα έσοδα έχουν δραματική υστέρηση, οι συνθήκες ρευστότητας για το Δημόσιο επιδεινώνονται γρήγορα. Μέσα στον Απρίλιο το κόστος των μέτρων στήριξης φτάνει τα 7 δισ. ευρώ περίπου –λόγω της επέκτασης των υφιστάμενων μέτρων μαζί με τα νέα μέτρα που ανακοινώθηκαν αυτήν την εβδομάδα–, ενώ εξετάζεται η επέκτασή τους για τον Μάιο και τον Ιούνιο. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, έως τον Ιούνιο η ρευστότητα που θα χρειαστεί το ελληνικό Δημόσιο ανέρχεται σε 12 με 17 δισ. ευρώ τουλάχιστον.

Τα ταμειακά διαθέσιμα

Πού μπορεί η Ελλάδα να βρει αυτή τη ρευστότητα; Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας αυτή τη στιγμή διαμορφώνονται στα 36,5 με 37 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 7-7,5 δισ. ευρώ προέρχονται από τα διαθέσιμα των φορέων της γενικής κυβέρνησης, τα οποία έχουν κατατεθεί στις ελληνικές τράπεζες. Από τα περίπου 30 δισ. ευρώ που απομένουν, τα 15,7 δισ. ευρώ είναι το cash buffer του ESM, το οποίο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί χωρίς την έγκρισή του.

Επομένως, μένουν 14 δισ. ευρώ διαθέσιμα για να καλύψουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας το επόμενο διάστημα, με την κυβέρνηση να στοχεύει να χρησιμοποιήσει σημαντικό μέρος αυτών αλλά όχι να τα εξαντλήσει.

Οπως υπολογίζει, η πρόσθετη ρευστότητα από το πρόγραμμα SURE του Eurogroup, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, τα διαρθρωτικά ταμεία της Κομισιόν καθώς και την επιστροφή των κερδών από τα ANFAs και SMPs, διαμορφώνεται στα 3 με 3,5 δισ. ευρώ. Επιπλέον, εάν κριθεί αναγκαίο ο ΟΔΔΗΧ μπορεί να αλλάξει και τη στρατηγική μείωσης των εκδόσεων εντόκων γραμματίων, την οποία ακολουθεί από τον περασμένο Σεπτέμβριο, αντλώντας έτσι πρόσθετη ρευστότητα, μέσω των εντόκων, η οποία μπορεί συνολικά να κινηθεί στα 2 δισ. ευρώ.

Την ίδια στιγμή, η ελληνική κυβέρνηση θέλει όσο μπορεί να αποφύγει ή έστω να καθυστερήσει τη χρήση της πιστωτικής γραμμής του ESM (από την οποία θα μπορούσε να αντλήσει 3,5 δισ. ευρώ), προκειμένου να μη «στιγματιστεί», ως η πρώτη χώρα που προσφεύγει σε αυτό το εργαλείο ευρωπαϊκής στήριξης.

Ο στόχος

Ο βασικός στόχος της νέας εξόδου στις αγορές είναι η ενίσχυση των διαθεσίμων για την αντιμετώπιση του κόστους της κρίσης. Επιπλέον, το γεγονός ότι οι περισσότερες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου έχουν ήδη προχωρήσει σε εκδόσεις χρέους, δημιουργεί πίεση και στην Ελλάδα να δηλώσει «παρούσα» στις αγορές, έστω και αν οι συνθήκες δεν είναι ιδανικές. Στην τρέχουσα συγκυρία, η Ελλάδα έχει ένα ισχυρό πλεονέκτημα σε σχέση με το παρελθόν, καθώς έχει τη στήριξη της ΕΚΤ από τη συμμετοχή της στο έκτακτο QE. Επιπλέον, το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες μπορούν πλέον να χρησιμοποιούν τα ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση για την παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ, τις καθιστά έναν πιο δυναμικό παίκτη στις εκδόσεις χρέους του ΟΔΔΗΧ.

Το ύψος της ελληνικής έκδοσης, της οποίας ανάδοχοι είναι οι Citigroup, Commerzbank, Credit Suisse, Morgan Stanley, Nomura και Societe Generale, θα κυμανθεί, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, σε ανάλογα επίπεδα με τις πρόσφατες εκδόσεις του ελληνικού Δημοσίου, δηλαδή κοντά στα 2-2,5 δισ. ευρώ. Ως δείκτης (benchmark) τοποθετούνται οι αντίστοιχες εκδόσεις 7ετών τίτλων της Κύπρου και της Πορτογαλίας όπου αντλήθηκαν 1,25 δισ. ευρώ και 5 δισ. ευρώ αντίστοιχα. «Η ελληνική έκδοση θα πρέπει να κινηθεί ανάμεσα σε αυτά τα επίπεδα και σίγουρα από 2 δισ. ευρώ και πάνω».

Το κλίμα είναι θετικό, λένε αναλυτές

Οσον αφορά την τιμολόγηση, το επιτόκιο θα μπορούσε να διαμορφωθεί στο 1,75% με 1,9%, αν και η άνοδος των ελληνικών αποδόσεων χθες, μετά την ανακοίνωση της έκδοσης (στο 1,9% έφθασε το 10ετές), δείχνει πως ένα «τσιμπημένο» επιτόκιο για το νέο 7ετές είναι πολύ πιθανό.

Οπως σημειώνει στην «Κ» ο Τζενς Πίτερ Σόρενσεν, επικεφαλής αναλυτής της Danske Bank, δεν αποτελεί έκπληξη το ότι η Ελλάδα θα ακολουθήσει πολλές χώρες, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, το Βέλγιο, η Αυστρία και η Κύπρος, οι οποίες εξέδωσαν 7ετή ομόλογα πρόσφατα. Υπάρχει αρκετή ρευστότητα στην αγορά και αυτό, σε συνδυασμό με την έξτρα στήριξη που προσφέρει η ΕΚΤ με το νέο QE, σημαίνει ότι αρκετοί επενδυτές «θα αγοράσουν Ελλάδα».

Καλό θεωρεί το timing της νέας έκδοσης και ο Ντάνιελ Λενζ, αναλυτής της αγοράς ομολόγων της DZ Bank. Οπως σχολιάζει στην «Κ», η Ελλάδα όπως και οι υπόλοιπες χώρες έχουν ανάγκη τη ρευστότητα αυτή τη στιγμή. Επίσης, η Ελλάδα είναι σε καλύτερη θέση από την Ιταλία στην τρέχουσα κρίση και πλέον συμμετέχει και στο νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Η 7ετία, όπως προσθέτει, είναι μια καλή επιλογή, καθώς καλύπτει κάποια κενά στην ελληνική καμπύλη.

Ελευθερία Κουρταλή Καθημερινή