Ξέφυγε από τους στόχους του προϋπολογισμού ο Ιανουάριος, διακόπτοντας απότομα την καλή πορεία του 2021 και επαναφέροντας ανησυχίες και ερωτήματα για το κατά πόσον θα μπορέσει να επιτευχθεί η σχεδιαζόμενη μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος στο 1,4% του ΑΕΠ το 2022.

Τα στοιχεία του Ιανουαρίου είναι βεβαίως ακόμη προσωρινά, αλλά δείχνουν σαφέστατα μείωση των εσόδων, καθώς η μετάλλαξη «Ομικρον» πάγωσε την οικονομική δραστηριότητα πριν ακόμη προλάβει ο χιονιάς των τελευταίων ημερών να επιφέρει ένα ακόμη καθοριστικό πλήγμα. Επιπλέον, οι δαπάνες επιβαρύνθηκαν ήδη μ’ ένα ποσό 400 εκατ. ευρώ για αναστολές εργασίας και στήριξη πληττόμενων κλάδων, αν και το ποσό θα διαχυθεί και στους επόμενους μήνες.

Στο οικονομικό επιτελείο ευελπιστούν ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω επιδείνωση και ότι ο Φεβρουάριος θα είναι καλύτερος μήνας. Ωστόσο, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο, ανάλογα με την εξέλιξη της πανδημίας, να χρειαστεί κάποια πρόσθετη στήριξη και ειδικότερα ένα περαιτέρω «κούρεμα» της επιστρεπτέας προκαταβολής. Αλλωστε, διαμηνύει σε συνομιλητές του, ο στόχος για πρωτογενές έλλειμμα 1,4% του ΑΕΠ το 2022 δεν αποτελεί κάποια υποχρέωση προς την Ευρωπαϊκή Ενωση, αφού για φέτος δεν υπάρχει περιορισμός από το Σύμφωνο Σταθερότητας. Ωστόσο, προσθέτει, τέτοιο θέμα δεν τίθεται επί του παρόντος.

Από την άλλη, άλλες πηγές της κυβέρνησης και του οικονομικού επιτελείου επισημαίνουν ότι είναι κρίσιμο να επιτευχθεί ο στόχος του 1,4% του ΑΕΠ για την εξασφάλιση της εμπιστοσύνης των αγορών και την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά ομόλογα, η οποία αποτελεί το «ιερό δισκοπότηρο» της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, όπως λένε χαρακτηριστικά. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μάλιστα, επικαλούμενος σχετική μελέτη της κεντρικής τράπεζας, σημειώνει ότι για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας το ταχύτερο δυνατόν απαιτείται μια θετική έκπληξη είτε στο δημοσιονομικό πεδίο είτε στο μεταρρυθμιστικό. «Αν μπορούσαμε να μηδενίσουμε το έλλειμμα θα ήταν θετικό», διαμηνύει στους συνομιλητές του.

Γεγονός είναι ότι ο στόχος του 2022 ετέθη όχι μόνο πριν εξαπλωθεί η μετάλλαξη «Ομικρον», αλλά και πριν προκύψει η επιδείνωση στο μέτωπο του πληθωρισμού και πριν κλιμακωθεί η ένταση στην Ουκρανία, που αποτελεί αυτή τη στιγμή μείζονα απειλή, κυρίως για την τιμή του φυσικού αερίου. Στην Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμούν πλέον ότι ο πληθωρισμός θα κινηθεί φέτος στο 3%, με υψηλότερες τιμές στις αρχές του έτους και χαμηλότερες στο τέλος, έναντι μόλις 1% που προβλέπει ο προϋπολογισμός. Μια ενδεχόμενη κρίση στην Ουκρανία μπορεί να οδηγήσει σε ακόμη υψηλότερο επίπεδο τις τιμές, ροκανίζοντας τη ζήτηση, τον ρυθμό ανάπτυξης και συνεπώς τα έσοδα του προϋπολογισμού.

Εν τω μεταξύ, η καλύτερη από την αναμενόμενη επίδοση του 2021 αποτελεί δίκοπο μαχαίρι για τη φετινή χρονιά. Από τη μια πλευρά, η πολύ μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη αύξηση του ΑΕΠ μπορεί να έχει εξαντλήσει ένα μέρος της δυναμικής της ανάκαμψης και να οδηγήσει σε χαμηλότερο από τον προβλεπόμενο ρυθμό φέτος, συμπαρασύροντας προς τα κάτω και τα έσοδα και άρα επιδεινώνοντας το έλλειμμα. Η Τράπεζα της Ελλάδος «βλέπει» θετική έκπληξη για το 2021, με ρυθμό ανάπτυξης 8,5%-9% (έναντι πρόβλεψης του προϋπολογισμού για 6,9%), αλλά θεωρεί εφικτό και το 4,5%-5% για το 2022 (πρόβλεψη προϋπολογισμού 4,5%).

Από την άλλη πλευρά, η υπεραπόδοση των εσόδων το 2021 φαίνεται πως θα οδηγήσει σε πολύ χαμηλότερο πρωτογενές έλλειμμα από το προβλεπόμενο, μειώνοντας την απόσταση που θα χρειαστεί να καλυφθεί φέτος για να επιτευχθεί το 1,4% του ΑΕΠ. Τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού που έδωσε στη δημοσιότητα πρόσφατα ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης δείχνουν ότι το έλλειμμα είναι χαμηλότερο κατά 2,65 δισ. ευρώ σε σύγκριση με την εκτίμηση που είχε διατυπωθεί στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2022. Με αυτό το δεδομένο, στο υπουργείο Οικονομικών προβλέπουν πλέον ότι το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα κλείσει στην περιοχή του 6% του ΑΕΠ, αντί του 7% που είχε προβλεφθεί. Παραμένει μεγάλη η απόσταση έως τον φετινό στόχο του 1,4% του ΑΕΠ, αλλά πάντως είναι μικρότερη από τον αρχικό προγραμματισμό.

Επιπλέον, πηγές του οικονομικού επιτελείου επισημαίνουν ότι υπάρχει και το θετικό ρίσκο του τουρισμού. Ο φετινός προϋπολογισμός έχει συνταχθεί με βάση την εκτίμηση ότι τα έσοδα από τον τουρισμό θα φτάσουν στο 80% αυτών του 2019. Εφόσον η πανδημία δεν επιφυλάξει δυσάρεστες εκπλήξεις, είναι πιθανό να ξεπεραστεί κατά πολύ το ποσοστό αυτό, υποστηρίζουν, φέρνοντας αντίστοιχα θετικά αποτελέσματα στο ΑΕΠ και στον προϋπολογισμό.

Ειρήνη Χρυσολωρά Καθημερινή