Tην ανάγκη ισχυρών πολιτικών κυβερνήσεων και όχι τεχνοκρατών, ώστε να μπορούν να παίρνουν μέτρα, τόνισε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα πρέπει να επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα το συντομότερο.

Καλύτερα από τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος εξελίσσεται η φετινή χρονιά για την ελληνική οικονοµία, χάρη στις πολύ καλές επιδόσεις του τουρισµού, µε τα έσοδα να αναµένεται να ξεπεράσουν ακόµα και το ρεκόρ του 2019, τόνισε ο διοικητής της ΤΤΕ Γιάννης Στουρνάρας, προαναγγέλλοντας αναθεώρηση των προβλέψεων για την ανάπτυξη φέτος. Παράλληλα υπογράµµισε ότι είναι σηµαντικό µεσοπρόθεσµα να επιστρέψει η Ελλάδα στα δηµοσιονοµικά πλεονάσµατα, ενώ πρόσθεσε πως η επίτευξη της επενδυτικής βαθµίδας είναι στο χέρι της χώρας. Οσον αφορά την πορεία των επιτοκίων, ο Ελληνας τραπεζίτης εµφανίστηκε καθησυχαστικός εκτιµώντας πως δεν θα αυξηθούν πολύ.

Η ΤΤΕ έχει τοποθετήσει την εκτίµησή της για την ανάπτυξη φέτος στο 3,2%, ωστόσο, όταν έγινε η πρόβλεψη, η υπόθεση ήταν ότι οι ταξιδιωτικές εισπράξεις θα φτάσουν το 80% του 2019. «Απ’ ό,τι φαίνεται θα ξεπεράσουν ίσως και σηµαντικά το 100%», όπως είπε χαρακτηριστικά.

Πάντως υπογράµµισε τις ανησυχίες του για την ενεργειακή κρίση, επισηµαίνοντας πως είναι βέβαιο ότι ο χειµώνας θα είναι δύσκολος για όλη την Ευρώπη. Η παγκόσµια οικονοµία δέχτηκε δύο κλυδωνισµούς σηµαντικούς από την πλευρά της προσφοράς, σηµείωσε. Ο πρώτος ήταν η πανδηµία και ο δεύτερος είναι ο πόλεµος και η σηµασία που έχει για τον κόσµο η ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία. «Το 80% του πληθωρισµού στη χώρα µας, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη, είναι εξωγενής πληθωρισµός και οφείλεται στην ενέργεια και στις τιµές των τροφίµων που είναι απότοκα του πολέµου στην Ουκρανία», είπε χαρακτηριστικά. Ωστόσο, όπως τόνισε, εάν η Ρωσία µηδενίσει τις εξαγωγές, θα συνεχίσουµε να έχουµε και υψηλότερο πληθωρισµό και µεγάλη επίπτωση στην οικονοµική ανάπτυξη, και παρότι θα αποφευχθεί η ύφεση το 2023, ο ρυθµός ανάπτυξης θα πλησιάσει πολύ κοντά στο µηδέν.

Ο κ. Στουρνάρας επισήµανε πως σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον η ελληνική κυβέρνηση έχει προσφέρει σηµαντικά µέτρα στήριξης, ωστόσο είναι κρίσιµο να µην ξεπεραστούν ορισµένα όρια. «Η κυβέρνηση έδωσε για την πανδηµία περίπου 40 δισ. ευρώ, ενώ τόσο περίπου αυξήθηκε το δηµόσιο χρέος. ∆ίνει επίσης τώρα επιδοτήσεις για να καλύψει τους αυξηµένους λογαριασµούς ηλεκτρικού ρεύµατος, άρα νοµίζω ότι η κυβέρνηση κάνει το καλύτερο δυνατό», είπε. Ωστόσο υπογράµµισε πως «θα πρέπει το συντοµότερο δυνατό να επανέλθουµε σε πρωτογενή πλεονάσµατα, τα οποία θα πρέπει να είναι ικανά για να πληρώνουν τους τόκους του δηµοσίου χρέους, οι οποίοι είναι περίπου 2,2% του ΑΕΠ. Αρα θα πρέπει µεσοπρόθεσµα να επιστρέψουµε σε µια δηµοσιονοµική ισορροπία». Θα είναι πολύ χειρότερα εάν ξεφύγει η κατάσταση δηµοσιονοµικά, όπως είπε. «Βλέπετε τι γίνεται στην Ιταλία. Μόλις παραιτήθηκε ο Ντράγκι, αυξήθηκαν στα spreads»

Αν και δεν προβλέπει τέτοιο κίνδυνο για την Ελλάδα, υπογράµµισε ότι το δίδαγµα από την Ιταλία είναι ότι χρειάζονται ισχυρές κυβερνήσεις, για να λαµβάνουν µέτρα όταν χρειάζεται. «∆εν ευδοκιµούν οι κυβερνήσεις τεχνοκρατών ή κυβερνήσεις µε τεχνοκράτες πρωθυπουργούς. Θα πρέπει να υπάρχουν πολιτικές κυβερνήσεις µε ισχυρές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες για να µπορούν να παίρνουν µέτρα», τόνισε.

Παράλληλα ο κ. Στουρνάρας πρόσθεσε πως ο εθνικός στόχος της επενδυτικής βαθµίδας είναι απόλυτος και για να τον επιτύχουµε χρειάζεται δηµοσιονοµική προσοχή και µεταρρυθµίσεις. «Αρα, λοιπόν, είναι στο χέρι µας να επιτύχουµε την επενδυτική βαθµίδα», σηµείωσε, κάτι που δεν θα έχει οφέλη µόνο στα οµόλογα, αλλά θα εισρεύσουν στην Ελλάδα πολλά επενδυτικά κεφάλαια, διότι πολλοί επενδυτικοί οργανισµοί έχουν περιορισµό στο να επενδύουν σε χώρες που δεν έχουν επενδυτική βαθµίδα.

Σχολιάζοντας την πορεία των επιτοκίων, έπειτα και από την επιθετική αύξηση της ΕΚΤ κατά 50 µονάδες βάσης την προηγούµενη εβδοµάδα, ο κ. Στουρνάρας εµφανίστηκε καθησυχαστικός, σηµειώνοντας ότι δεν θα αυξηθούν πολύ.

Ευαγγελία Κουρταλή Καθημερινή