Κάτω από το φράγµα των 50 µονάδων, το οποίο υποδηλώνει ύφεση, υποχώρησε τον Ιούλιο ο δείκτης υπευθύνων προµηθειών στη µεταποίηση, γνωστός ως δείκτης PMI, καθώς καταγράφηκε υποχώρηση της παραγωγής και ακόµη χειρότερα µείωση των παραγγελιών τόσο από την εγχώρια αγορά όσο και από το εξωτερικό. Αν και η S&P Global που καταρτίζει τον εν λόγω δείκτη εξακολουθεί να διατηρεί θετικό το πρόσηµο για την πορεία της βιοµηχανικής παραγωγής στην Ελλάδα όσον αφορά το σύνολο του τρέχοντος έτους, µε την πρόβλεψη να είναι ελαφρώς αναθεωρηµένη προς τα πάνω σε σύγκριση µε αυτή που είχε κάνει τον Μάιο, τα µηνύµατα από τον κλάδο της µεταποίησης είναι εξαιρετικά ανησυχητικά, δεδοµένου µάλιστα ότι ο PMI θεωρείται ένας πρόδροµος δείκτης για την πορεία της οικονοµίας συνολικά.

Ειδικότερα, σύµφωνα µε τα στοιχεία που δηµοσιοποίησε χθες η S&P Global, ο δείκτης PMI υποχώρησε τον Ιούλιο στις 49,1 µονάδες από τις 51,1 µονάδες τον Ιούνιο. H τιµή αυτή µάλιστα είναι µικρότερη και από αυτή που καταγράφηκε τον Φεβρουάριο του 2021 (49,4 µονάδες), την τελευταία φορά που ο δείκτης PMI υποχώρησε κάτω από τις 50 µονάδες, εξέλιξη όµως που σχετιζόταν µε την πανδηµία η οποία βρισκόταν ακόµη σε έξαρση, και τόσο στην Ελλάδα όσο και σε πολλές άλλες χώρες υπήρχε αναστολή µεγάλου µέρους της οικονοµικής δραστηριότητας. Υπενθυµίζεται ότι στη συνέχεια της περυσινής χρονιάς η ελληνική µεταποίηση είχε διαγράψει έντονη ανοδική πορεία, σηµειώνοντας διψήφιο ρυθµό ανάπτυξης τόσο από άποψη παραγωγής όσο και από άποψη τζίρου.

Η υποχώρηση της παραγωγής για δεύτερο συνεχή µήνα συνέβαλε στη συνολική πτώση. Η µείωση της παραγωγής επιταχύνθηκε µε τον δριµύτερο ρυθµό που έχει καταγραφεί από τα τέλη του 2020, καθώς οι επιχειρήσεις δήλωσαν ότι οι χαµηλότερες εισροές νέων παραγγελιών και οι δύσκολες συνθήκες ζήτησης οδήγησαν σε µειωµένες απαιτήσεις παραγωγής. Οι νέες παραγγελίες συρρικνώθηκαν απότοµα τον Ιούλιο, σε έντονη αντίθεση µε την ισχυρή αύξηση που παρατηρήθηκε στις αρχές του έτους. Ο ρυθµός συρρίκνωσης αυξήθηκε στον ταχύτερο που έχει καταγραφεί από τον ∆εκέµβριο του 2020, καθώς οι επιχειρήσεις υπογράµµισαν ότι οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις µείωσαν την αγοραστική ικανότητα των πελατών. Παράλληλα, η ζήτηση των πελατών από το εξωτερικό σηµείωσε περαιτέρω υποχώρηση. Οι νέες παραγγελίες εξαγωγών µειώθηκαν µε τον δριµύτερο ρυθµό που έχει καταγραφεί σε διάστηµα ενάµισι έτους.

Το πιο ανησυχητικό ίσως στοιχείο είναι αυτό που αφορά τη µη πραγµατοποίηση προσλήψεων ή ακόµη χειρότερα τη µείωση προσωπικού στον κλάδο της µεταποίησης, µε την ανάλυση της S & P Global να κάνει λόγο για πλεονάζον προσωπικό. Η απασχόληση συνολικά στον κλάδο της µεταποίησης αυξήθηκε, αν και οριακά, µε τον βραδύτερο ρυθµό από τον Φεβρουάριο του 2021. Ωστόσο, ορισµένες εταιρείες ανέφεραν µείωση στον αριθµό των εργαζοµένων, κάτι που σηµαίνει είτε απολύσεις είτε µη προσλήψεις κυρίως στην περίπτωση εποχικού προσωπικού.

Υπάρχουν, πάντως, και δύο θετικά στοιχεία, µε το πρώτο ειδικά να είναι άγνωστο το πόσο θα διαρκέσει και το δεύτερο να είναι αρκετά παρακινδυνευµένο. Συγκεκριµένα, το ένα θετικό στοιχείο είναι ότι υποχώρησε ο ρυθµός αύξησης του κόστους. Ωστόσο, κανείς δεν µπορεί να αποκλείσει νέο γύρο ανατιµήσεων. Το δεύτερο θετικό στοιχείο είναι ότι τον Ιούλιο βελτιώθηκαν οι προσδοκίες για την παραγωγή όσον αφορά το 2023. Εάν, ωστόσο, ο πόλεµος στην Ουκρανία συνεχισθεί για πολύ ακόµη και υπάρχει νέα έξαρση της πανδηµίας, ουδείς µπορεί να αποκλείσει µια γενικευµένη ύφεση που θα προκαλέσει συρρίκνωση της παραγωγής.

Δήμητρα Μανιφάβα Καθημερινή