Η στροφή στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ φέτος αποτελεί σοβαρό πισωγύρισμα όχι μόνο για την Αμερική, αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο. Οι πρόσφατες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης αναδεικνύουν τις παγκόσμιες συνέπειες- επιπτώσεις που συχνά δεν αναφέρονται στη δημόσια συζήτηση στην Ουάσινγκτον.

Σύμφωνα με αυτές τις εκτιμήσεις, η ανατροπή του παγκόσμιου εμπορίου και η διαρκής αβεβαιότητα γύρω από τις πολιτικές αποφάσεις ενδέχεται να έχουν οδηγήσει την παγκόσμια οικονομία σε σημείο καμπής. Διακυβεύεται η επιτυχία των τελευταίων δεκαετιών στην καταπολέμηση της φτώχειας και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.

Με βάση τους δασμούς που ίσχυαν όταν έγιναν οι προβλέψεις, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα μειωθεί συνολικά κατά περίπου μία ποσοστιαία μονάδα την περίοδο 2025–2026. Αυτό σημαίνει ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης θα πέσει κάτω από το 2,5%, δηλαδή αρκετά χαμηλότερα από τα συνηθισμένα επίπεδα των προηγούμενων ετών. Το ΔΝΤ και ο ΟΟΣΑ συμφωνούν σε γενικές γραμμές, όχι μόνο στους αριθμούς αλλά και στις αιτίες: και οι τρεις οργανισμοί υπογραμμίζουν τον ρόλο των αυξημένων εμπορικών φραγμών και της εντεινόμενης αβεβαιότητας. Μια νέα εκτίμηση του Bloomberg Economics προβλέπει ότι, εάν οι νέοι δασμοί διατηρηθούν, η παγκόσμια οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 1 τρισεκατομμύριο δολάρια έως το 2030.

Οι πρώτες συνέπειες πλήττουν κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις υπόλοιπες ανεπτυγμένες οικονομίες. Η υποχώρηση της ζήτησης και της επενδυτικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων ξένων επενδύσεων και των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, επιτείνει τη ζημιά, επηρεάζοντας ακόμη και τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες θεωρητικά θα μπορούσαν να ωφεληθούν από την εκτροπή του εμπορίου. Αν υπάρχει ένα παράδειγμα οικονομικής πολιτικής που ζημιώνει όλους, είναι αυτό.

Αναμφισβήτητα, υπό τις παρούσες συνθήκες, όλες οι προβλέψεις συνοδεύονται από επιφυλάξεις. Ωστόσο, οι κίνδυνοι γέρνουν καθαρά προς την αρνητική πλευρά. Η αύξηση του μέσου «πραγματικού» δασμού των ΗΠΑ από 2,3% το 2024 σε περίπου 15%,  με βάση τα ισχύοντα μέτρα, είναι από μόνη της εντυπωσιακή: πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο εδώ και σχεδόν έναν αιώνα. Μόνη της, αυτή η αύξηση αρκεί για να ανακόψει το εμπόριο, να διαταράξει κρίσιμες εφοδιαστικές αλυσίδες και να θέσει σε αμφισβήτηση προηγούμενες επενδύσεις. Ταυτόχρονα, απειλεί με νέα κύματα πληθωρισμού, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν αναταράξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι πιέσεις προς τη Fed για μείωση των επιτοκίων, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα για το ποιος θα διαδεχθεί τον Τζερόμ Πάουελ όταν λήξει η θητεία του τον ερχόμενο Μάιο, εντείνουν περαιτέρω το κλίμα αβεβαιότητας.

Και το 15% μπορεί να μην είναι το ανώτατο όριο. Ο Λευκός Οίκος θεωρεί πως δασμοί της τάξης του 50% σε χάλυβα και αλουμίνιο είναι απολύτως θεμιτοί. Επιπλέον, οι συνεχείς ανακοινώσεις για νέους δασμούς έχει εντάξει πλέον τη «στρατηγική αβεβαιότητα» ως εργαλείο πίεσης: σκοπός είναι να κρατούνται οι παραδοσιακοί εμπορικοί εταίροι σε διαρκή αναμονή, ώστε να καθίστανται πιο ευάλωτοι σε εκφοβισμό. Το αποτέλεσμα είναι πως καμία συμφωνία δεν θεωρείται σταθερή ή αξιόπιστη και άρα καμία δεν προσφέρεται για μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Και όταν οι επιδιώξεις της Ουάσινγκτον δεν ικανοποιούνται, όπως είναι βέβαιο, θα ακολουθήσουν νέα εμπόδια: είτε πραγματικά είτε απλώς ως απειλή. Ή και όχι. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος.

Στο μεταξύ, άλλες χώρες αναμένεται να απαντήσουν με δικούς τους εμπορικούς περιορισμούς, προσπαθώντας παράλληλα να μειώσουν την εξάρτησή τους από Αμερικανούς παραγωγούς και καταναλωτές. Η έντονη αβεβαιότητα θα πλήξει τις επενδύσεις, τον βασικό μοχλό της ανάπτυξης. Η σταδιακή αύξηση των παγκόσμιων εισοδημάτων που παρατηρήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, ήδη υπό πίεση από τη γήρανση του πληθυσμού, το αυξανόμενο δημόσιο χρέος, τα υψηλά μακροπρόθεσμα επιτόκια και τη γεωπολιτική αστάθεια, θα σταματήσει. Και η πρόοδος στην καταπολέμηση της παγκόσμιας φτώχειας θα ανακοπεί.

Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες τραυματίζουν την ίδια τους την οικονομία με αυτές τις απερίσκεπτες, θα όφειλαν να αναλογιστούν και το βάρος που φορτώνουν στον υπόλοιπο κόσμο.

 The Washington Post (μέσω skai.gr)